Σε κλίμα κατάνυξης και με όλα τα μέτρα για την τήρηση της υγειονομικής ασφάλειας των πιστών ,τελέσθηκε η ακολουθία του Νυμφίου και του όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης στον Μητροπολιτικό Ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Ναύπλιο την Μεγάλη Τρίτη 27 Απριλίου 2021.
Στην τελική ευθεία για το Πάσχα και στην εκκλησία απόψε ψάλλεται το τροπάριο της Κασσιανής. Στον Μητροπολιτικό Ιερό ναό το τροπάριο της Κασσιανής το έψαλε ο Μητροπολίτης Αργολίδας Νεκτάριος.
Η Μεγάλη Εβδομάδα αρχίζει από την Κυριακή των Βαΐων το βράδυ, όπου τελείται η Ακολουθία του Νυμφίου, και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο και είναι αφιερωμένη στα Άγια Πάθη του Ιησού Χριστού. Ονομάζεται Μεγάλη από την ανάμνηση των γεγονότων που διαδραματίζονται καθ’ εκάστη των ημερών αυτής τα οποία και θεωρούνται ιδιαίτερα σημαντικά για τη χριστιανική θρησκεία.









Εκεί στο μοναστήρι εκδηλώθηκε και το έμφυτο καλλιτεχνικό της ταλέντο και το βαθύ θρησκευτικό της συναίσθημα συνθέτοντας εκκλησιαστικούς ύμνους, τροπάρια. Εκεί στην ήσυχη και υποβλητική ατμόσφαιρα του μοναστηριού συνέθεσε και το περίφημο Ιδιόμελο «Τροπάριο της Κασσιανής» από το όνομά της, που αργότερα η Ορθόδοξη Εκκλησία το καθιέρωσε ως Δοξαστικό των Αποστίχων του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης.

Βάσει παράδοσης, ο αυτοκράτορας Θεόφιλος που ήταν ερωτευμένος μαζί της, επιθυμούσε να τη δει ξανά προτού πεθάνει και πήγε εκεί. Η Κασσιανή ήταν στο κελί γράφοντας το τροπάριό της όταν αντιλήφθηκε την άφιξη της αυτοκρατορικής ακολουθίας. Τον αγαπούσε ακόμη αλλά, πλέον, είχε αφιερώσει τη ζωή της στον Θεό γι’ αυτό και κρύφτηκε -«θάβοντας» μέσα της το πάθος και άφησε τον μισοτελειωμένο ύμνο στο τραπέζι.


Το τροπάριο της Κασσιανής
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.