
π. Δημητρίου Μπόκου
15 Μάι 2025 20:17Ο Χριστός συναντήθηκε με μια γυναίκα Σαμαρείτιδα, που όπως ομολόγησε, δεν ανήκε στην καλή κοινωνία, δεν ήταν από τους καθώς πρέπει ανθρώπους. Είχε αλλάξει πέντε άνδρες στη ζωή της και συζούσε ήδη παράνομα με κάποιον ακόμα. Ήταν μια πόρνη(Κυριακή της Σαμαρείτιδος).
Όμως ο Χριστός δεν έδειξε καμμιά απέχθεια προς το πρόσωπό της. Της μίλησε φιλικά, με μεγάλη προσήνεια, με αληθινή καταδεκτικότητα. Στη συμπεριφορά του δεν άφησε να διαφανεί καμμιά απόρριψη για το ποιόν της, αν και δεν την επαίνεσε πουθενά για ό,τι έκανε. Αντιθέτως την αντιμετώπισε με πολύέντιμο τρόπο, της μίλησε για σπουδαία θέματα, την κάλεσε να μετάσχει στη ζωή που υποσχόταν Εκείνος, να πίνει στο εξής από το δικό του αθάνατο νερό, το «ύδωρ ζωής»,ώστε αυτή που φλεγόταν «εν τοις ατοπήμασι δεινώς»,να μην ξαναδιψάσειπλέον ποτέ.
Η όλη προσπάθεια του Χριστού προς την Σαμαρείτιδα απέβλεπε στον να την προσελκύσει σε μια νέα ζωή, σε αναγέννηση πνευματική. Να περπατάει στο εξής «εν καινότητι ζωής». Δεν είχε πρόθεση να την επιπλήξει για τη μέχρι τότε ζωή της,«θέλωνελκύσαι όντως αυτήν», που ήταν μέχρι τότε θήραμα «του πολεμήτορος εχθρού».Ο σκοπός του ήταν να βρει και να σώσει την απολεσθείσα δραχμή (Λουκ. 15, 8-9).Χρησιμοποιεί την επιείκεια, τη συγκατάβαση, την ηπιότητα και όχι την αυστηρότητα απέναντι στο ταλαιπωρημένο πλάσμα του. Δεν απέβλεπε στο να αποτσακίσει το ήδη τσακισμένο καλάμι, να σβήσει τελείως το φυτίλι που μόλις κάπνιζε. «Κάλαμονσυντετριμμένον ου κατεάξει και λίνοντυφόμενον ου σβέσει»(Ματθ. 12, 20).Γι’ αυτό και την προσεγγίζει με γλυκύτητα τρόπων και λόγων. Γνωρίζει την αλάνθαστη μέθοδο για να κερδίζει ψυχές.
Λέει το ανέκδοτο για κάποιον που δεν πήγαινε ποτέ στην Εκκλησία. Με τις πιέσεις και τα παρακάλια της γυναίκας του αποφάσισε κάποτε να πάει. Μα κάποια στιγμή, στην ώρα της Λειτουργίας, χτυπάει το κινητό του. Ξαφνιάζεται, ψάχνει να το κλείσει, μπερδεύει τα πλήκτρα, περνάνε λίγα δευτερόλεπτα, φωνάζει ο διπλανός του, φωνάζει η γυναίκα του, ακούγονται από παραπέρα ενοχλημένες «ευσεβείς» φωνές, ακόμα κι ο παπάς ενοχλήθηκε και σύστησε από μικροφώνου να κλείνουν τα κινητά τους μέσα στον ναό. Κατασυγχυσμένος ο άνθρωπος τα μάζεψε και έφυγε τρέχοντας. Μπήκε σ’ ένα καφενείο απέναντι να ηρεμήσει λίγο. «Καλώς τον!» Ο καφετζής τον υποδέχτηκε γελαστός. Από την ταραχή του σκούντησε σ’ ένα τραπέζι, έριξε κάτω ένα φλιτζάνι και το έσπασε. «Δεν πειράζει, δεν έγινε τίποτε», έσπευσε να τον καθησυχάσει το γκαρσόνι σκύβοντας αμέσως να μαζέψει τα γυαλιά. «Έλα κάτσε να σε κεράσουμε», του φώναξαν μερικοί που έπιναν ήδη τον καφέ τους. Ζεστάθηκε ο άνθρωπος, γαλήνεψε. Από τότε κάθε μέρα πήγαινε στο καφενείο. Στην Εκκλησία δεν ξαναπάτησε ποτέ.
Μια Κυριακή ο επίσκοπος Αντώνιος του Σουρόζ βγήκε να κάνει κήρυγμα. «Χθες το βράδυ μπήκε μια γυναίκα με ένα παιδί στην Εκκλησία. Η γυναίκα φορούσε παντελόνι και δεν είχε μαντήλι στα μαλλιά. Κάποιος («ευσεβής») την πρόγκηξε. Εκείνη έφυγε… Δεν ξέρω ποιος το έκανε αυτό, αλλά δίνω εντολή σε αυτό το πρόσωπο να προσεύχεται για αυτή την γυναίκα και το παιδί της μέχρι να τελειώσει η ζωή του, για τη σωτηρία τους», είπε ο μητροπολίτης και πρόσθεσε: «Εξαιτίας σου, μπορεί να μην θελήσει να ξαναέρθει ποτέ στην Εκκλησία»…
Ο τρόπος σου λοιπόν μπορεί να στάζει είτε μέλι είτε ξύδι. Τί διαλέγεις;
Χριστός ανέστη! Καλή, ευλογημένη εβδομάδα!