Ήταν η φωνή μιας ψυχής που αρνήθηκε να σκύψει, γιατί μέσα της έκαιγε ακόμη η πίστη στον Θεό και στην ελευθερία.
Ήταν το «ΟΧΙ» του ανθρώπου που προτιμά να πεθάνει όρθιος, παρά να ζήσει σκλαβομένος.
Και αν σήμερα έχουν περάσει δεκαετίες από τότε, το «ΟΧΙ» εκείνο δεν τελειώνει ποτέ.
Γιατί κάθε εποχή έχει τη δική της κατοχή, τα δικά της σύνορα, τους δικούς της πειρασμούς.
Οι εχθροί αλλάζουν μορφή, μα ο αγώνας μένει ίδιος: να μείνουμε ελεύθεροι μέσα μας, να μη λυγίσουμε μπροστά στο ψέμα, να κρατήσουμε όρθια την ψυχή μας.
Σήμερα στην χώρα μας ο πόλεμος δεν γίνεται με σφαίρες και πολυβόλα, αλλά με λόγια, πληροφορίες, φόβους και εικόνες.
Πολεμάται η πίστη, η οικογένεια, η καθαρότητα της καρδιάς.
Κι όμως, όπως τότε, έτσι και τώρα, ο λαός του Θεού καλείται να πει ξανά το δικό του «ΟΧΙ».
ΟΧΙ στην αμαρτία που μεταμφιέζεται σε ελευθερία.
ΟΧΙ στο ψέμα που ντύνεται με το ένδυμα της προόδου.
ΟΧΙ στη λήθη που σβήνει τα ίχνη των Αγίων και των ηρώων.
Το «ΟΧΙ» του ’40 ήταν «ΟΧΙ» στην υποταγή, αλλά ταυτόχρονα «ΝΑΙ» στη θυσία, στην αλήθεια, στον Θεό.
Και αυτό το «ΝΑΙ» είναι που δίνει νόημα σε κάθε αγώνα.
Γιατί ο αληθινός αγώνας δεν είναι να νικήσουμε κάποιον άλλον, αλλά να μην προδώσουμε την ψυχή που μας εμπιστεύθηκε ο Θεός.
Η ιστορία δεν είναι παρελθόν· είναι φωνή που μας καλεί να θυμόμαστε ποιοι είμαστε.
Και το «ΟΧΙ» εκείνης της μέρας δεν ανήκει πια μόνο στους στρατιώτες της Πίνδου· ανήκει σε κάθε ψυχή που αντιστέκεται στον φόβο, στην αδιαφορία, στην αποξένωση από τον Θεό.
Ανήκει στους νέους που επιλέγουν καθαρότητα αντί αδιαφορίας, στους ανθρώπους που επιμένουν να ελπίζουν όταν όλα γύρω μοιάζουν σκοτεινά.
Ανήκει σε όσους, μέσα στην ταπεινή καθημερινότητά τους, λένε το δικό τους «ΟΧΙ» στο κακό και το δικό τους «ΝΑΙ» στη ζωή.
Γι’ αυτό το «ΟΧΙ» δεν τελειώνει ποτέ.
Συνεχίζεται σε κάθε προσευχή, σε κάθε πράξη αγάπης, σε κάθε σταυρό που γίνεται με ευλάβεια.
Συνεχίζεται στη σιωπή των ταπεινών και στην υπομονή των αγωνιστών της πίστης.
Συνεχίζεται εκεί όπου το σκοτάδι φαίνεται να νικά, αλλά μια ψυχή —έστω μία— αρνείται να σβήσει.
Η Ελλάδα θα υπάρχει όσο υπάρχουν ψυχές που μένουν άγρυπνες.
Και κάθε φορά που θυμόμαστε το «ΟΧΙ» του ’40, ας θυμόμαστε πως μας καλεί όχι απλώς να συγκινηθούμε, αλλά να σταθούμε όρθιοι.
Να πούμε το δικό μας «ΟΧΙ» στο ψεύτικο και το φθαρτό, και το δικό μας «ΝΑΙ» στον Χριστό που νικά τον θάνατο.
Γιατί η ελευθερία της ψυχής δεν κατακτιέται με όπλα· κατακτιέται με πίστη, με σταυρό και με καρδιά.
Και αυτό το «ΟΧΙ» —το αληθινό, το αιώνιο— δεν τελειώνει ποτέ.
Ήταν το «ΟΧΙ» του ανθρώπου που προτιμά να πεθάνει όρθιος, παρά να ζήσει σκλαβομένος.
Και αν σήμερα έχουν περάσει δεκαετίες από τότε, το «ΟΧΙ» εκείνο δεν τελειώνει ποτέ.
Γιατί κάθε εποχή έχει τη δική της κατοχή, τα δικά της σύνορα, τους δικούς της πειρασμούς.
Οι εχθροί αλλάζουν μορφή, μα ο αγώνας μένει ίδιος: να μείνουμε ελεύθεροι μέσα μας, να μη λυγίσουμε μπροστά στο ψέμα, να κρατήσουμε όρθια την ψυχή μας.
Σήμερα στην χώρα μας ο πόλεμος δεν γίνεται με σφαίρες και πολυβόλα, αλλά με λόγια, πληροφορίες, φόβους και εικόνες.
Πολεμάται η πίστη, η οικογένεια, η καθαρότητα της καρδιάς.
Κι όμως, όπως τότε, έτσι και τώρα, ο λαός του Θεού καλείται να πει ξανά το δικό του «ΟΧΙ».
ΟΧΙ στην αμαρτία που μεταμφιέζεται σε ελευθερία.
ΟΧΙ στο ψέμα που ντύνεται με το ένδυμα της προόδου.
ΟΧΙ στη λήθη που σβήνει τα ίχνη των Αγίων και των ηρώων.
Το «ΟΧΙ» του ’40 ήταν «ΟΧΙ» στην υποταγή, αλλά ταυτόχρονα «ΝΑΙ» στη θυσία, στην αλήθεια, στον Θεό.
Και αυτό το «ΝΑΙ» είναι που δίνει νόημα σε κάθε αγώνα.
Γιατί ο αληθινός αγώνας δεν είναι να νικήσουμε κάποιον άλλον, αλλά να μην προδώσουμε την ψυχή που μας εμπιστεύθηκε ο Θεός.
Η ιστορία δεν είναι παρελθόν· είναι φωνή που μας καλεί να θυμόμαστε ποιοι είμαστε.
Και το «ΟΧΙ» εκείνης της μέρας δεν ανήκει πια μόνο στους στρατιώτες της Πίνδου· ανήκει σε κάθε ψυχή που αντιστέκεται στον φόβο, στην αδιαφορία, στην αποξένωση από τον Θεό.
Ανήκει στους νέους που επιλέγουν καθαρότητα αντί αδιαφορίας, στους ανθρώπους που επιμένουν να ελπίζουν όταν όλα γύρω μοιάζουν σκοτεινά.
Ανήκει σε όσους, μέσα στην ταπεινή καθημερινότητά τους, λένε το δικό τους «ΟΧΙ» στο κακό και το δικό τους «ΝΑΙ» στη ζωή.
Γι’ αυτό το «ΟΧΙ» δεν τελειώνει ποτέ.
Συνεχίζεται σε κάθε προσευχή, σε κάθε πράξη αγάπης, σε κάθε σταυρό που γίνεται με ευλάβεια.
Συνεχίζεται στη σιωπή των ταπεινών και στην υπομονή των αγωνιστών της πίστης.
Συνεχίζεται εκεί όπου το σκοτάδι φαίνεται να νικά, αλλά μια ψυχή —έστω μία— αρνείται να σβήσει.
Η Ελλάδα θα υπάρχει όσο υπάρχουν ψυχές που μένουν άγρυπνες.
Και κάθε φορά που θυμόμαστε το «ΟΧΙ» του ’40, ας θυμόμαστε πως μας καλεί όχι απλώς να συγκινηθούμε, αλλά να σταθούμε όρθιοι.
Να πούμε το δικό μας «ΟΧΙ» στο ψεύτικο και το φθαρτό, και το δικό μας «ΝΑΙ» στον Χριστό που νικά τον θάνατο.
Γιατί η ελευθερία της ψυχής δεν κατακτιέται με όπλα· κατακτιέται με πίστη, με σταυρό και με καρδιά.
Και αυτό το «ΟΧΙ» —το αληθινό, το αιώνιο— δεν τελειώνει ποτέ.
