Εσπερίδα διοργανώθηκε την Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2025 στο Πνευματικό Κέντρο "Ιερεύς Γεώργιος Νταβέλος" με θέμα: "Ο Άγιος Μάξιμος ο Γραικός και Βατοπαιδινός, φωτιστής των Ρώσων. Μία μεγάλη πατερική μορφή του Αγίου Όρους"
Η εσπερίδα έγινε στα πλαίσια της Υποδοχής του Τιμίου Λειψάνου του Αγίου Μαξίμου του Γραικού από την Άρτα στον ενοριακό ναό της Παναγίας Κιβερίου και με την ευκαιρία της 24ης επετείου των εγκαινίων του Ιερού Ναού .
Προηγήθηκε η ακολουθία του μυστηρίου του ιερού Ευχελαίου από τον Μητροπολίτη Αργολίδας Νεκτάριο και ακολούθως η εσπερίδα .
Ομιλητές ήταν οι: ο Μητροπολίτης Αργολίδος κ. Νεκτάριος, ο Μητροπολίτης Άρτης κ. Καλλίνικος, ο Ιερομόναχος Γεννάδιος Βατοπαιδινός και ο Γεώργιος Στείρης, Πρόεδρος και Καθηγητής του Τμ. Φιλοσοφίας Αθηνών.
Την εκδήλωση προλόγισε με μήνυμά του ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης και Καθηγούμενος της Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου Αγίου Όρους Γέροντας Εφραίμ.
Για το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο ευχαριστίες εξέφρασε ο Πρωτ. Πέτρος Αθανασόπουλος και γενικός Αρχιερατικός της Μητροπόλεως Αργολίδας προς όλους τους ομιλητές καθώς και στον καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου γέροντα Εφραίμ

Κατά την παραμονή των εκδηλώσεων ο Μητροπολίτης Αρτης Καλλίνικος μετέφερε για διήμερο προσκύνημα τεμάχιο του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Μαξίμου του Γραικού στην Αργολίδα
Βίος Αγίου Μαξίμου του Γραικού
Μία φωτεινή μορφή του 16ου αιώνα, μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, είναι ο άγιος Μάξιμος ο Βατοπαιδινός, ο γνωστός στην Ρωσία ως Maksim Grek, δηλαδή Μάξιμος ο Γραικός.
Μία φωτεινή μορφή του 16ου αιώνα, μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, είναι ο άγιος Μάξιμος ο Βατοπαιδινός, ο γνωστός στην Ρωσία ως Maksim Grek, δηλαδή Μάξιμος ο Γραικός.
Οι Ρώσοι παρέλαβαν τον Χριστιανισμό από τους Βυζαντινούς στα τέλη του 10ου αιώνα. Μέχρι της ανακηρύξεως σε Πατριαρχείο της Εκκλησίας της Ρωσίας, αυτή ανήκε ως μητρόπολη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως. Σχεδόν όλοι οι μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ρωσίας, μαζί με το προσωπικό των μητροπόλεών τους, μέχρι και του Ισιδώρου (1437-1441) ήταν Έλληνες. Πάρα πολλοί Έλληνες κληρικοί (πατριάρχες, μητροπολίτες, επίσκοποι), μοναχοί από το Άγιον Όρος και λαϊκοί επισκέπτονταν την Ρωσία, ιδιαίτερα μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, για να ζητήσουν οικονομική βοήθεια. Μερικοί δεν επέστρεφαν, αλλά παρέμεναν μόνιμα στην ρωσική γή.
Άλλους Έλληνες προσκαλούσαν οι ίδιοι οι Ρώσοι για τις εκκλησιαστικές ή εκπαιδευτικές ανάγκες τους. Έλληνες υπηρέτησαν ως διπλωμάτες, πολιτικοί, ιατροί, στις διάφορες υπηρεσίες των Ρώσων μοναρχών. Κανένας όμως από αυτούς δεν ευεργέτησε την Ρωσία όσο και όπως ο Μάξιμος, γι’ αυτό και κανένας δεν έχει τόσο εξέχουσα θέση στην ρωσική εκκλησιαστική και κοσμική ιστορία, γραμματεία, λογοτεχνία και την πανρωσική συνείδηση.
Κατηγορούνται οι Πατέρες σήμερα ότι ήταν αναχρονιστικοί, ότι οδήγησαν τους πιστούς στον φονταμενταλισμό, ότι δεν έκαναν διάλογο με την εποχή τους, ότι δεν ενδιαφέρθηκαν για τον πολιτισμό. Γι’ αυτό, λένε αυτοί που πρεσβεύουν την παραπάνω θέση, επιβάλλεται η σύγχρονη θεολογία να γίνει μεταπατερική. Οι Πατέρες ήταν τα σύννεφα που έκρυβαν τον ήλιο Χριστό, οπότε, για να φωτιστούμε απευθείας από τον Χριστό, πρέπει να απομακρύνουμε τους Πατέρες. Αλλά οι Πατέρες, άσχετα αν μερικοί δεν θέλουν να το παραδεχθούν, αποτελούν την αυθεντική και απλανή οδό της θεολογίας και της σωτηρίας. Οι Πατέρες είναι οι συνεχιστές του έργου και της διδασκαλίας των αγίων αποστόλων. Έλεγε χαρακτηριστικά ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ: «Η Εκκλησία είναι πράγματι αποστολική, αλλά είναι επίσης και πατερική. Ουσιαστικώς είναι η Εκκλησία των αγίων Πατέρων. Δεν είναι δυνατόν να διαχωρισθούν οι δύο χαρακτηρισμοί. Επειδή η Εκκλησία είναι πατερική, είναι αληθώς και αποστολική» . Οι άγιοι Πατέρες βίωσαν και εξέφρασαν την αποκάλυψη εν Πνεύματι Αγίω. Οι Πατέρες δεν αγνόησαν τον άνθρωπο, αλλά αγωνίστηκαν, θυσιάσθηκαν, αναλώθηκαν στην διακονία του πλησίον, στην σωτηρία όλου του κόσμου.
Ο άγιος Μάξιμος έζησε στην Ιταλία κατά την περίοδο που υπήρχε μία έντονη ανάπτυξη των επιστημών και των τεχνών, μία προβολή των ανθρωπιστικών αρχών και δικαιωμάτων• συναντήθηκε με την νεωτερικότητα, διαλέχθηκε μαζί της και προσέλαβε όσα στοιχεία ήταν ικανά να βοηθήσουν, να συμβάλουν στον αυθεντικό τρόπο ζωής του ανθρώπου. Στο Άγιον Όρος βίωσε την θεία Χάρη, απέκτησε την πείρα του Αγίου Πνεύματος, έγινε μέτοχος του θεανθρωπίνου είναι. Στην Ρωσία, αφού είχε προηγηθεί αυτή η πείρα του ανθρωπίνου και του θεανθρωπίνου είναι, και είχαν γίνει οι πνευματικές εκείνες ζυμώσεις μέσα στην καρδία του, απέδωσαν εκατονταπλάσιους καρπούς. Ο Μάξιμος κατά κοινή ομολογία των Ρώσων δεν έφερε μόνο τον Θεό στην Ρωσία του 16ου αιώνα αλλά και τον πολιτισμό. Στο πρόσωπο του αγίου Μαξίμου βλέπουμε την διαλογικότητα, την ελευθερία του εν Χριστώ ανακαινισμένου ανθρώπου, τον αληθινό Πατέρα.
Ο Μάξιμος εμφανίστηκε σαν ένα αστέρι που δεν έσβησε, αλλά που επιμένει να φωτίζει τον πνευματικό ουρανό της Ρωσίας. Στην γή της Ρωσίας υπέμεινε το μακρόχρονο μαρτύριό του, αλλά και ο λαός της Ρωσίας τον τίμησε και τον τιμά ως έναν μεγάλο άγιό της. Το έργο του είχε μεγάλη επίδραση στην Ρωσία για αιώνες πάνω στην θεολογία και στην ορθόδοξη πνευματική ζωή. Όπως ομολογεί ο σύγχρονος Ρώσος καθηγητής της φιλοσοφίας, Μιχαήλ Γκρομόφ, «ως άξιος συνεχιστής του υψηλού ελληνικού πολιτισμού, ο άγιος Μάξιμος δικαιωματικά έγινε σοφός φιλόσοφος και διάσημος συγγραφέας της ρωσικής γής, που πρόσφερε τα μέγιστα στην εξέλιξη του πολιτισμού μας».
Ο άγιος Μάξιμος εργάστηκε με αποστολικό ζήλο στον «αμπελώνα του Κυρίου» παρά τις απερίγραπτες σωματικές και ψυχικές δοκιμασίες, τις οποίες υπέστη κάτω από ανεκδιήγητες συνθήκες. Από τα τριάντα οκτώ χρόνια της ακούσιας και αναγκαστικής παραμονής του στην Ρωσία ως την κοίμησή του, είκοσι έξι χρόνια παρέμεινε φυλακισμένος ως κοινός εγκληματίας. Κατά τα έξι δε πρώτα χρόνια στην Μονή του Οσίου Ιωσήφ στο Βολοκολάμσκ ήταν σιδηροδέσμιος και υπέστη φρικτά μαρτύρια, ενώ οι εκκλησιαστικές αρχές του είχαν απαγορεύσει την Θεία Κοινωνία για δεκαοκτώ χρόνια.
Με την ευκαιρία της εκδόσεως των Απάντων του θα παρουσιάσουμε μία βιογραφία του αγίου μέσα από ρωσικές και ελληνικές πηγές εμπλουτισμένη με νέα στοιχεία. Εκτενή βίο για τον Μάξιμο έχουν γράψει οι καθηγητές Βλαδίμηρος Ικόννικοφ , Ηλίας Ντενίσωφ και Γρηγόριος Παπαμιχαήλ. Τα κείμενα όμως αυτά για πολλούς λόγους είναι δυσπρόσιτα στον σημερινό αναγνώστη. Ο βίος του αγίου Μαξίμου, που έχει εκδοθεί στην δημοτική αρχικά από την Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου και κατόπιν από τις εκδόσεις Μαΐστρος, αποτελεί μετάφραση του βίου που συμπεριλήφθηκε στην έκδοση των έργων του από την Λαύρα του Αγίου Σεργίου και είναι αρκετά ελλιπής. Οι βίοι του Μαξίμου που έχουν γραφεί στα ρωσικά ανέρχονται σε δεκάδες, και ιδιαίτερα αυτοί που γράφτηκαν τον 18ο και 19ο αιώνα έχουν πολλά αντιφατικά στοιχεία. Οι κύριοι σύγχρονοι ερευνητές της ζωής και των έργων του αγίου Μαξίμου, η Νίνα Σινίτσινα, ο Βλάσιος Φειδάς, ο Κωνσταντίνος Τσιλιγιάννης και ο Χρήστος Λασκαρίδης, δεν έχουν γράψει βιογραφία του αγίου, ενώ αυτή του Τζάκ Χάνεϋ είναι αρκετά συνεπτυγμένη.
Δυστυχώς και οι σύγχρονοι του αγίου Μαξίμου δεν έγραψαν κάποιο βίο του αγίου, εκτός από κάποιες σύντομες αφηγήσεις. Αυτός που φαίνεται ότι ήταν ικανός να γράψει βιογραφία για τον άγιο Μάξιμο ήταν ο μαθητής του Σιλβανός, μοναχός της Λαύρας του Αγίου Σεργίου, γιατί είχε το πνεύμα του αγίου Μαξίμου, είχε την απαραίτητη πνευματική γνώση. Στην εισαγωγή της μεταφράσεως της ερμηνείας του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου από τον άγιο Χρυσόστομο, που έκανε ο Σιλβανός το 1524 με την βοήθεια του Μαξίμου, αναφέρει ότι ήταν μεγάλη ευλογία από τον Θεό που γνώρισε τον άγιο Μάξιμο. Θεωρεί πολύ μεγάλο τον άγιο Μάξιμο, που ξεχώριζε από όλους τους υπολοίπους της εποχής του. Μιλά με πολλή αυτομεμψία για την μετάφραση που επετέλεσε σε ένα τόσο ογκώδες και δύσκολο έργο. Αν και ο ίδιος ήταν που κατέβαλε όλο τον κόπο για την μετάφραση, τα αποδίδει όλα στον γέροντά του άγιο Μάξιμο. Όμως ο Σιλβανός πέθανε μαρτυρικά νωρίτερα από τον άγιο Μάξιμο.
Βέβαια η συγγραφή του βίου του αγίου Μαξίμου έχει πολλές δυσκολίες λόγω των ποικίλων πολιτιστικών και πνευματικών χώρων στους οποίους έδρασε ο Μάξιμος (Άρτα, Ιταλία, Άγιον Όρος, Ρωσία), αλλά και λόγω των πολύ ιδιαιτέρων συνθηκών εκείνης της εποχής. Η πνευματική σκιαγράφηση του βίου του αγίου Μαξίμου έχει εξίσου τις δυσκολίες της. Πώς είναι δυνατόν να αποκαλυφθεί και να φανερωθεί στην δημοσιότητα η μυστική ζωή ενός αγίου; «Πνευματικός ανακρίνει μεν πάντα, αυτός δε υπ’ ουδενός ανακρίνεται». Το εγχείρημα γίνεται ακατόρθωτο· μόνο η προδιάθεση από αγάπη προς τον άγιο και προς δόξαν Θεού μένει για να τολμηθεί αυτό το έργο.
Από την Άρτα στην Ιταλία
Ο Μιχαήλ –ο μετέπειτα Μάξιμος ο Γραικός– γεννήθηκε το 1470 στην Άρτα από πλουσίους και ευσεβείς γονείς, τον Μανουήλ Τριβώλη και την Ειρήνη. Οι Τριβώληδες ανήκαν σε μεγάλη βυζαντινή αρχοντική οικογένεια και είχαν φιλική σχέση με τους τελευταίους βυζαντινούς αυτοκράτορες, Θωμά και Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Ο Δημήτριος Κυδώνης αποδίδει σε έναν Τριβώλη την συμφιλίωση του αυτοκράτορα Μανουήλ του Β΄ με τον δεσπότη του Μυστρά Θεόδωρο τον Α΄. Ο Κάλλιστος Α΄ Τριβώλης έγινε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1350-1354 και 1355-1363) στον «χρυσό αιώνα» της θεολογίας και του ησυχασμού. Έχει καταταγεί στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Από τους Τριβώληδες της Σπάρτης ο Μανουήλ πήγε στην Άρτα, ο δε αδελφός του Δημήτριος εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα, όπου δημιούργησε μεγάλη οικογένεια «πού συνδέθηκε με την διοίκηση και την βενετσιάνικη ευγένεια της νήσου». Ο Δημήτριος Τριβώλης ήταν γνωστός βιβλιόφιλος και από τους αξιολογότερους αντιγραφείς κωδίκων «κλασικών ελληνικών έργων», κάτοχος της θείας και της θύραθεν σοφίας. Ήταν μαθητής του Γεωργίου Πλήθωνα, έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη στον Πλάτωνα και τον Πλωτίνο. Ακολουθεί τον τελευταίο ηγεμόνα της Πελοποννήσου, Θωμά Παλαιολόγο στην Ρώμη, όπου παρέμεινε αρκετό καιρό υπό την προστασία του καρδιναλίου Βησσαρίωνα. Κυμαινόταν μεταξύ Ορθοδοξίας και Ρωμαιοκαθολικισμού. Παρευρίσκεται στους αρραβώνες της Ζωής-Σοφίας Παλαιολογίνας με τον μεγάλο ηγεμόνα της Ρωσίας Ιβάν τον Γ΄. Από το 1462 μέχρι το 1481 τον βλέπουμε να μετακινείται μεταξύ Άρτας και Κέρκυρας. Το τελευταίο του χειρόγραφο τον εμφανίζει, το 1481, κάτοικο της Κέρκυρας. Στην Ιταλία παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά τα έτη 1464 και 1465 βρίσκεται στην ενετοκρατούμενη Κρήτη .
Ο Μιχαήλ –ο μετέπειτα Μάξιμος ο Γραικός– γεννήθηκε το 1470 στην Άρτα από πλουσίους και ευσεβείς γονείς, τον Μανουήλ Τριβώλη και την Ειρήνη. Οι Τριβώληδες ανήκαν σε μεγάλη βυζαντινή αρχοντική οικογένεια και είχαν φιλική σχέση με τους τελευταίους βυζαντινούς αυτοκράτορες, Θωμά και Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Ο Δημήτριος Κυδώνης αποδίδει σε έναν Τριβώλη την συμφιλίωση του αυτοκράτορα Μανουήλ του Β΄ με τον δεσπότη του Μυστρά Θεόδωρο τον Α΄. Ο Κάλλιστος Α΄ Τριβώλης έγινε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1350-1354 και 1355-1363) στον «χρυσό αιώνα» της θεολογίας και του ησυχασμού. Έχει καταταγεί στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Από τους Τριβώληδες της Σπάρτης ο Μανουήλ πήγε στην Άρτα, ο δε αδελφός του Δημήτριος εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα, όπου δημιούργησε μεγάλη οικογένεια «πού συνδέθηκε με την διοίκηση και την βενετσιάνικη ευγένεια της νήσου». Ο Δημήτριος Τριβώλης ήταν γνωστός βιβλιόφιλος και από τους αξιολογότερους αντιγραφείς κωδίκων «κλασικών ελληνικών έργων», κάτοχος της θείας και της θύραθεν σοφίας. Ήταν μαθητής του Γεωργίου Πλήθωνα, έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη στον Πλάτωνα και τον Πλωτίνο. Ακολουθεί τον τελευταίο ηγεμόνα της Πελοποννήσου, Θωμά Παλαιολόγο στην Ρώμη, όπου παρέμεινε αρκετό καιρό υπό την προστασία του καρδιναλίου Βησσαρίωνα. Κυμαινόταν μεταξύ Ορθοδοξίας και Ρωμαιοκαθολικισμού. Παρευρίσκεται στους αρραβώνες της Ζωής-Σοφίας Παλαιολογίνας με τον μεγάλο ηγεμόνα της Ρωσίας Ιβάν τον Γ΄. Από το 1462 μέχρι το 1481 τον βλέπουμε να μετακινείται μεταξύ Άρτας και Κέρκυρας. Το τελευταίο του χειρόγραφο τον εμφανίζει, το 1481, κάτοικο της Κέρκυρας. Στην Ιταλία παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά τα έτη 1464 και 1465 βρίσκεται στην ενετοκρατούμενη Κρήτη .
Ο πατέρας του αγίου Μαξίμου, Μανουήλ, ήταν πριν την άλωση της Άρτας (1449) στρατιωτικός διοικητής, ενώ έπειτα ένας από τους άρχοντές της. Οι ρωσικές πηγές χαρακτηρίζουν τους γονείς του αγίου Μαξίμου «φιλοσόφους», δηλαδή κατέχοντας ανώτερη μόρφωση. Ο ίδιος ο άγιος στα έργα του γράφει ότι οι γονείς του είναι «γνήσιοι πιστοί», και ότι ο πατέρας του «διακρινόταν για την αφοσίωση στην ορθόδοξη πίστη. Γι’ αυτό και διαπαιδαγώγησε τον γιό του με τους κανόνες της ευσεβείας και του φόβου του Θεού». Ο άγιος απέκτησε από μικρός ορθόδοξο εκκλησιαστικό φρόνημα.
Ο Μιχαήλ Τριβώλης έμαθε τα πρώτα γράμματα κοντά στους γονείς του και σε κατ’ οίκον διδασκαλία από εξαιρετικούς δασκάλους. Η Άρτα ήταν μεγάλη και επιφανής πόλη της Ηπείρου, πλούσια λόγω του εμπορίου. Στο γυμνάσιο, το οποίο ασφαλώς θα υπήρχε, άκουσε ο Μιχαήλ τα εγκύκλια μαθήματα. Δυστυχώς δεν υπάρχουν πρωτογενείς πηγές για την παιδεία στην Άρτα λόγω της καταστροφής τους από τους Τουρκαλβανούς μετά την μάχη της Άρτας το 1821. «Έτσι δικαιολογείται η έλλειψη άμεσων και αδιαμφισβήτητων πηγών για την παιδεία της Άρτας στον πρώτο αιώνα της Τουρκοκρατίας» .
Ο Μιχαήλ Τριβώλης έμαθε τα πρώτα γράμματα κοντά στους γονείς του και σε κατ’ οίκον διδασκαλία από εξαιρετικούς δασκάλους. Η Άρτα ήταν μεγάλη και επιφανής πόλη της Ηπείρου, πλούσια λόγω του εμπορίου. Στο γυμνάσιο, το οποίο ασφαλώς θα υπήρχε, άκουσε ο Μιχαήλ τα εγκύκλια μαθήματα. Δυστυχώς δεν υπάρχουν πρωτογενείς πηγές για την παιδεία στην Άρτα λόγω της καταστροφής τους από τους Τουρκαλβανούς μετά την μάχη της Άρτας το 1821. «Έτσι δικαιολογείται η έλλειψη άμεσων και αδιαμφισβήτητων πηγών για την παιδεία της Άρτας στον πρώτο αιώνα της Τουρκοκρατίας» .
Ασφαλώς ο φιλομαθής και ευφυής μικρός Μιχαήλ θα περνούσε αρκετές ώρες μέσα στην βιβλιοθήκη του πατέρα ή του θείου του Δημητρίου μελετώντας τα διάφορα χειρόγραφα κάτω από την παρακολούθηση των δασκάλων του, οι οποίοι φρόντιζαν για την συστηματική μόρφωσή του.
Ο Μιχαήλ από νέος «καλλιέργησε την μάθηση», όπως μας πληροφορεί επιστολή που έστειλε ο ηγούμενος της Μονής του Βατοπαιδίου Άνθιμος στον μεγάλο δούκα Βασίλειο Γ΄ Ιβάνοβιτς. Η έφεση και επιθυμία για πληρέστερη μάθηση δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί στην Άρτα. Ο πατέρας του παρακάλεσε τον αδελφό του Δημήτριο να δεχθεί κοντά του τον Μιχαήλ και να φροντίσει για την περαιτέρω πληρέστερη μόρφωσή του. Ήταν τότε είκοσι χρόνων. Στο μικρό χρονικό διάστημα κατά το οποίο έμεινε στην Κέρκυρα, πριν αναχωρήσει για την Ιταλία, μαθήτευσε στον «ρήτορα και φιλόσοφο και αντιγραφέα χειρογράφων Ιωάννη Μόσχο», του οποίου η ηλικία πρέπει να ήταν πολύ προχωρημένη.
Ο Ιωάννης Μόσχος, ο αξιολογότερος μαθητής και συνεχιστής του έργου του μεγάλου φιλοσόφου Γεωργίου Πλήθωνα Γεμιστού, βρισκόταν στην Κέρκυρα, πρόσφυγας από τον Μυστρά μαζί με τους δύο γιούς του, Γεώργιο και Δημήτριο, και διατηρούσαν σχολή. Ο Ιωάννης δίδασκε φιλοσοφία, ενώ ο γιός του Γεώργιος ιατρική και ρητορική. Τότε ο Μιχαήλ συνδέθηκε με στενή φιλία με τους αδελφούς Γεώργιο και Δημήτριο, τους οποίους θα συναντούσε έπειτα στην Ιταλία, στο παλάτι του φίλου και προστάτη του Τζιανφραντζέσκο Πίκο, ηγεμόνα της Μιραντόλα.
Ο Μιχαήλ από νέος «καλλιέργησε την μάθηση», όπως μας πληροφορεί επιστολή που έστειλε ο ηγούμενος της Μονής του Βατοπαιδίου Άνθιμος στον μεγάλο δούκα Βασίλειο Γ΄ Ιβάνοβιτς. Η έφεση και επιθυμία για πληρέστερη μάθηση δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί στην Άρτα. Ο πατέρας του παρακάλεσε τον αδελφό του Δημήτριο να δεχθεί κοντά του τον Μιχαήλ και να φροντίσει για την περαιτέρω πληρέστερη μόρφωσή του. Ήταν τότε είκοσι χρόνων. Στο μικρό χρονικό διάστημα κατά το οποίο έμεινε στην Κέρκυρα, πριν αναχωρήσει για την Ιταλία, μαθήτευσε στον «ρήτορα και φιλόσοφο και αντιγραφέα χειρογράφων Ιωάννη Μόσχο», του οποίου η ηλικία πρέπει να ήταν πολύ προχωρημένη.
Ο Ιωάννης Μόσχος, ο αξιολογότερος μαθητής και συνεχιστής του έργου του μεγάλου φιλοσόφου Γεωργίου Πλήθωνα Γεμιστού, βρισκόταν στην Κέρκυρα, πρόσφυγας από τον Μυστρά μαζί με τους δύο γιούς του, Γεώργιο και Δημήτριο, και διατηρούσαν σχολή. Ο Ιωάννης δίδασκε φιλοσοφία, ενώ ο γιός του Γεώργιος ιατρική και ρητορική. Τότε ο Μιχαήλ συνδέθηκε με στενή φιλία με τους αδελφούς Γεώργιο και Δημήτριο, τους οποίους θα συναντούσε έπειτα στην Ιταλία, στο παλάτι του φίλου και προστάτη του Τζιανφραντζέσκο Πίκο, ηγεμόνα της Μιραντόλα.
Ο Μιχαήλ ούτε γεννήθηκε στην Κέρκυρα ούτε υπήρξε μόνιμος κάτοικός της. Επομένως δεν ήταν δυνατή και η εισδοχή του στο μεγάλο συμβούλιο της πόλης. Υπάρχει η λανθασμένη άποψη ότι ο Μιχαήλ έλαβε μέρος στις εκλογές για το μεγάλο συμβούλιο της Κέρκυρας. Πράγματι βλέπουμε συμμετοχή κάποιου Μιχάλη (όχι Μιχαήλ) Τριβώλη στις εκλογές του 1490, στις οποίες δεν κατόρθωσε να εκλεγεί. «Ο Μιχάλης Τριβώλης –έτσι είναι καταχωρημένος στα πρακτικά– που έλαβε μέρος στις εκλογές του μεγάλου συμβουλίου το 1490, ήταν ο Μιχαήλ Τριβώλης του Δημητρίου και όχι ο Μιχαήλ Τριβώλης του Μανουήλ, ο μετέπειτα μοναχός Μάξιμος». Πρόκειται δηλαδή για τον πρώτο εξάδελφο του Μαξίμου, ο οποίος γεννήθηκε, μεγάλωσε και κατοικούσε μόνιμα στην Κέρκυρα, και είχε τα προσόντα εισδοχής στο μεγάλο συμβούλιο των 150.
Παραμένοντας στην Ελλάδα ο Μιχαήλ δεν μπορούσε να ικανοποιήσει την δίψα του για ανώτερη μάθηση. Μετά την τουρκική κατάκτηση το υψηλό επίπεδο παροχής παιδείας υποβαθμίστηκε. Ο πατέρας του, όταν επισκέφθηκε την Άρτα ο φίλος του Ιανός (Ιωάννης) Λάσκαρις, τον παρακάλεσε να περάσει από την Κέρκυρα, να πάρει μαζί του στην Ιταλία τον γιό του, και να φροντίσει για την μόρφωσή του στα σπουδαιότερα πανεπιστήμια.
Παραμένοντας στην Ελλάδα ο Μιχαήλ δεν μπορούσε να ικανοποιήσει την δίψα του για ανώτερη μάθηση. Μετά την τουρκική κατάκτηση το υψηλό επίπεδο παροχής παιδείας υποβαθμίστηκε. Ο πατέρας του, όταν επισκέφθηκε την Άρτα ο φίλος του Ιανός (Ιωάννης) Λάσκαρις, τον παρακάλεσε να περάσει από την Κέρκυρα, να πάρει μαζί του στην Ιταλία τον γιό του, και να φροντίσει για την μόρφωσή του στα σπουδαιότερα πανεπιστήμια.
Η Ιταλία είχε γίνει το σχολείο της Ευρώπης κατά τον 15ο και 16ο αιώνα. Οι σπουδαιότεροι Έλληνες λόγιοι, και προ της πτώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά ιδιαίτερα μετά από αυτήν, μεταναστεύουν στην Δύση, κατά προτίμηση στην Ιταλία, για να αποφύγουν τα δεινά των Τούρκων κατακτητών. Με την σοφία τους μεταλαμπαδεύουν το φως της αρχαίας ελληνικής φιλολογικής και φιλοσοφικής γνώσεως. Ίδρυσαν σχολές ή δίδαξαν ως περιζήτητοι καθηγητές στα διάφορα ιταλικά πανεπιστήμια την κλασική ελληνική φιλολογία και φιλοσοφία. Πάρα πολλοί διάσημοι ελληνιστές υπήρξαν μαθητές του Εμμανουήλ Χρυσολωρά (1355-1415), ο οποίος ως καθηγητής αρχικά στην Φλωρεντία και ύστερα σε άλλα ιταλικά πανεπιστήμια τους μύησε στην μελέτη των αρχαίων ελληνικών κειμένων. Η μανία μελέτης της ελληνικής κλασικής αρχαιότητας οφείλεται και στους φημισμένους Έλληνες λογίους Λεόντιο Πιλάτο, Δημήτριο Θεσσαλονικέα, Ιωάννη Αργυρόπουλο, Θεόδωρο Γαζή, Γεώργιο Πλήθωνα, καρδινάλιο Βησσαρίωνα, Γεώργιο Τραπεζούντιο, Δημήτριο Χαλκοκονδύλη, Κωνσταντίνο και Ιανό Λάσκαρη, Νικόλαο Τομαίο, Μάρκο Μουσούρο και άλλους.
Η αναγέννηση του ανθρωπισμού με την καλλιέργεια των κλασικών σπουδών δημιούργησε το φαινόμενο της νεωτερικότητας στην Ιταλία. Πολλοί κοσμικοί άρχοντες, αλλά και πάπες, έγιναν πρωτεργάτες στην δημιουργία και τον εμπλουτισμό βιβλιοθηκών με την συγκέντρωση χειρογράφων θησαυρών της αρχαίας ελληνικής αλλά και λατινικής γραμματείας. Άρχοντες, πλούσιες οικογένειες και πολλοί ιδιώτες προστάτευαν τις επιστήμες και την κλασική αρχαιότητα. Οι πόλεις με την πρόσκληση των επιφανέστερων Ελλήνων λογίων προσπαθούσαν να προβάλουν τα πανεπιστήμιά τους. Ιδιαίτερα υποστηρίζονταν οι μεταφραστές των αρχαίων ελληνικών κειμένων, ενώ μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι αναλάμβαναν την έκδοση των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, που γίνονταν με πλούσιες επιχορηγήσεις.
Η αναγέννηση του ανθρωπισμού με την καλλιέργεια των κλασικών σπουδών δημιούργησε το φαινόμενο της νεωτερικότητας στην Ιταλία. Πολλοί κοσμικοί άρχοντες, αλλά και πάπες, έγιναν πρωτεργάτες στην δημιουργία και τον εμπλουτισμό βιβλιοθηκών με την συγκέντρωση χειρογράφων θησαυρών της αρχαίας ελληνικής αλλά και λατινικής γραμματείας. Άρχοντες, πλούσιες οικογένειες και πολλοί ιδιώτες προστάτευαν τις επιστήμες και την κλασική αρχαιότητα. Οι πόλεις με την πρόσκληση των επιφανέστερων Ελλήνων λογίων προσπαθούσαν να προβάλουν τα πανεπιστήμιά τους. Ιδιαίτερα υποστηρίζονταν οι μεταφραστές των αρχαίων ελληνικών κειμένων, ενώ μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι αναλάμβαναν την έκδοση των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, που γίνονταν με πλούσιες επιχορηγήσεις.
Κατά την περίοδο αυτή της ακμής των κλασικών σπουδών μεταβαίνει στην Ιταλία ο Μιχαήλ Τριβώλης για επιστημονική κατάρτιση. Δεν μας δίνει ο ίδιος στα έργα του λεπτομέρειες για την εκεί παραμονή του. Γενικά αναφέρει, ότι όταν ήταν νέος, έζησε αρκετά χρόνια κοντά σε πολύ σοφούς άνδρες, ότι είχε διάσημους δασκάλους, από τους οποίους καταγράφει ορισμένους μόνο ονομαστικά. Μνημονεύει μόνο τις πόλεις Βενετία, Πάδοβα, Φερράρα, Φλωρεντία και Μεδιόλανα (Μιλάνο), στα πανεπιστήμια των οποίων φοίτησε για δώδεκα περίπου χρόνια και απέκτησε τεράστια και βαθειά μόρφωση. Ποιές ακριβώς επιστήμες σπούδασε δεν μας λέει. Αναφέρει μόνο ότι μελέτησε πολλά και διάφορα συγγράμματα, χριστιανικά και της θύραθεν σοφίας, και ωφελήθηκε ψυχικά πολύ από αυτά.
Το 1490 περίπου ο Μιχαήλ Τριβώλης φθάνει στην Βενετία, το «δεύτερο Βυζάντιο» για τους Έλληνες, όπως την ονομάζει ο Βησσαρίων. Βάσιμη θεωρείται η πληροφορία ρωσικού Βίου του Μαξίμου ότι φοίτησε στο ελληνικό σχολείο της πόλεως. Εκεί διδάχθηκε τα λατινικά και τα ιταλικά και πλούτισε την εγκύκλιο μόρφωσή του. Δεν φαίνεται απίθανο να είχε δασκάλους τους λογίους Έλληνες Δημήτριο Μόσχο, Ιουστίνο Δεκάδιο, Αριστόβουλο Αποστόλη και τους Κρητικούς Δημήτριο Δούκα και Ιωάννη Αργυρόπουλο, οι οποίοι από το 1478 ως το 1499 έμεναν στην Βενετία.
Η πλούσια και όμορφη Πάδοβα ήταν ο επόμενος σταθμός για την πανεπιστημιακή μόρφωση του Μιχαήλ. Από τον Αυγουστίνο Nifo, τον «νεοπολιτάνο φιλόσοφο» –έτσι τον ονομάζει ο Μάξιμος– διδάχθηκε την περιπατητική φιλοσοφία.
Για να τελειοποιήσει τις γνώσεις του στην λατινική γλώσσα πήγε στην Φερράρα. Εκεί δίδασκαν πολλοί λατινιστές καθηγητές, Ιταλοί και Έλληνες. Στα συγγράμματά του αναφέρει: «Στην Ιταλία γνώρισα πολλούς που έπασχαν από εθνική (ειδωλολατρική) ασέβεια και έβριζαν τα τιμιώτατά μας μυστήρια. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν κάποιος στην Φερράρα ονόματι Κομπέσμικ (πρόκειται για τον Ιταλό ποιητή Νικόλαο Λέλιο Cosmico), ο οποίος υπερέβαλλε όλους στην θύραθεν διδασκαλία, και όταν πέθαινε έλεγε σε μαθητές και φίλους: «Αύριο θα αναπαυθώ στα Ηλύσια πεδία με τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και όλους τους ήρωες». Τόσο πολύ τον είχε γοητεύσει η αρχαιοελληνική διδασκαλία του» .
Το 1490 περίπου ο Μιχαήλ Τριβώλης φθάνει στην Βενετία, το «δεύτερο Βυζάντιο» για τους Έλληνες, όπως την ονομάζει ο Βησσαρίων. Βάσιμη θεωρείται η πληροφορία ρωσικού Βίου του Μαξίμου ότι φοίτησε στο ελληνικό σχολείο της πόλεως. Εκεί διδάχθηκε τα λατινικά και τα ιταλικά και πλούτισε την εγκύκλιο μόρφωσή του. Δεν φαίνεται απίθανο να είχε δασκάλους τους λογίους Έλληνες Δημήτριο Μόσχο, Ιουστίνο Δεκάδιο, Αριστόβουλο Αποστόλη και τους Κρητικούς Δημήτριο Δούκα και Ιωάννη Αργυρόπουλο, οι οποίοι από το 1478 ως το 1499 έμεναν στην Βενετία.
Η πλούσια και όμορφη Πάδοβα ήταν ο επόμενος σταθμός για την πανεπιστημιακή μόρφωση του Μιχαήλ. Από τον Αυγουστίνο Nifo, τον «νεοπολιτάνο φιλόσοφο» –έτσι τον ονομάζει ο Μάξιμος– διδάχθηκε την περιπατητική φιλοσοφία.
Για να τελειοποιήσει τις γνώσεις του στην λατινική γλώσσα πήγε στην Φερράρα. Εκεί δίδασκαν πολλοί λατινιστές καθηγητές, Ιταλοί και Έλληνες. Στα συγγράμματά του αναφέρει: «Στην Ιταλία γνώρισα πολλούς που έπασχαν από εθνική (ειδωλολατρική) ασέβεια και έβριζαν τα τιμιώτατά μας μυστήρια. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν κάποιος στην Φερράρα ονόματι Κομπέσμικ (πρόκειται για τον Ιταλό ποιητή Νικόλαο Λέλιο Cosmico), ο οποίος υπερέβαλλε όλους στην θύραθεν διδασκαλία, και όταν πέθαινε έλεγε σε μαθητές και φίλους: «Αύριο θα αναπαυθώ στα Ηλύσια πεδία με τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και όλους τους ήρωες». Τόσο πολύ τον είχε γοητεύσει η αρχαιοελληνική διδασκαλία του» .
Πολύ περισσότερο χρόνο ο Μιχαήλ Τριβώλης παρέμεινε στην πόλη της Φλωρεντίας, την «νέα Αθήνα» της Δύσεως, κέντρο καλλιέργειας των ανθρωπιστικών σπουδών και της ιταλικής αναγεννήσεως. Κατά τα πρώτα χρόνια μαθήτευσε στο Studium, όπου δίδασκε ο Λάσκαρις. Εξασφάλιζε την επιβίωσή του αντιγράφοντας χειρόγραφα γι’ αυτόν. Ένα από αυτά, τα Γεωπονικά, βρίσκεται στην Εθνική βιβλιοθήκη του Παρισιού. Στο τέλος του χειρογράφου επισυνάπτοντας το πρώτο του επίγραμμα υπογράφει ως «Μιχαήλ». Το χειρόγραφο το αντέγραψε σε είκοσι οκτώ μέρες.
Το επίγραμμα, το οποίο πρωτοδημοσίευσε ο Ντενίσωφ έχει ως εξής:
Καθηγητές του στην Φλωρεντία είχε τον ξακουστό για την ικανότητα στην κριτική των αρχαίων κειμένων Αγγελο Politiano, τον Μαρσίλιο Ficino και τους Έλληνες Γεώργιο Τραπεζούντιο, δάσκαλο της ελληνικής γραμματικής, της λατινικής Ρητορικής, της Λογικής και της Διαλεκτικής, τον Δημήτριο Χαλκοκονδύλη, έξοχο ερμηνευτή των Σοφοκλή, Θουκιδίδη και Δημοσθένη. Στην Φλωρεντία συνδέθηκε στενά με τους Μάρκο Μουσούρο, Ιωάννη Γρηγορόπουλο και Σκιπίωνα Φορτιγκουέρρι ή Καρτερομάχο, ο οποίος έγινε αγαπητός φίλος του.
Από τον Μαρσίλιο Ficino διδάχθηκε ο Μιχαήλ την πλατωνική φιλοσοφία, ιδιαίτερα ανάλυση σημαντικών χωρίων από τα έργα του Πλάτωνα, τα οποία μιλούσαν για τον Θεό. Έτσι μπορούσε να γνωρίζει πολύ καλά την σχέση Πλατωνικής φιλοσοφίας και Χριστιανισμού. Η γνώση και η θέση του για τον Πλάτωνα φαίνεται και στον Λόγο περί Πλάτωνος, τον οποίο έγραψε αργότερα.
Το επίγραμμα, το οποίο πρωτοδημοσίευσε ο Ντενίσωφ έχει ως εξής:
«Μιχαήλου
Δις δέκα και δις τέσσαρ’ εν ήμασι τούτο το έργον
Λασκάρει Μιχαήλ γράψα Γεηπονίης» .
Καθηγητές του στην Φλωρεντία είχε τον ξακουστό για την ικανότητα στην κριτική των αρχαίων κειμένων Αγγελο Politiano, τον Μαρσίλιο Ficino και τους Έλληνες Γεώργιο Τραπεζούντιο, δάσκαλο της ελληνικής γραμματικής, της λατινικής Ρητορικής, της Λογικής και της Διαλεκτικής, τον Δημήτριο Χαλκοκονδύλη, έξοχο ερμηνευτή των Σοφοκλή, Θουκιδίδη και Δημοσθένη. Στην Φλωρεντία συνδέθηκε στενά με τους Μάρκο Μουσούρο, Ιωάννη Γρηγορόπουλο και Σκιπίωνα Φορτιγκουέρρι ή Καρτερομάχο, ο οποίος έγινε αγαπητός φίλος του.
Από τον Μαρσίλιο Ficino διδάχθηκε ο Μιχαήλ την πλατωνική φιλοσοφία, ιδιαίτερα ανάλυση σημαντικών χωρίων από τα έργα του Πλάτωνα, τα οποία μιλούσαν για τον Θεό. Έτσι μπορούσε να γνωρίζει πολύ καλά την σχέση Πλατωνικής φιλοσοφίας και Χριστιανισμού. Η γνώση και η θέση του για τον Πλάτωνα φαίνεται και στον Λόγο περί Πλάτωνος, τον οποίο έγραψε αργότερα.
Το ότι ο Μιχαήλ μελέτησε τους αρχαίους συγγραφείς φαίνεται από τις αναφορές που υπάρχουν στα συγγράμματά του. Συχνά αναφέρει χωρία από τους Όμηρο, Ησίοδο, Πίνδαρο, Πυθαγόρα, Πλάτωνα, Επίκουρο, Διαγόρα, Θουκιδίδη, Πλούταρχο, Μένανδρο, Σουΐδα (ή Σούδα), κ.ά. Την τέλεια εκμάθηση της λατινικής γλώσσας μαρτυρεί η αναφορά του σε Λατίνους συγγραφείς, αλλά και η μεταφραστική μέθοδος, την οποία ακολούθησε στην Ρωσία κατά τα πρώτα χρόνια της παραμονής του.
Μετά την αναχώρηση του δασκάλου και προστάτη του Ιανού Λάσκαρι για το Παρίσι, ο Μιχαήλ πήγε στην Μπολόνια (1495) και γνώρισε τον περίφημο ελληνιστή Αντώνιο Ούρτσεο Κόντρο (Urceo Codro). Οι οικονομικές δυσκολίες του Κόντρο δεν επέτρεψαν την αξιοποίηση του Μιχαήλ. Κατά το 1496 καταλήγει στην Βενετία, όπου βρίσκονταν οι φίλοι του Ιωάννης Γρηγορόπουλος και Σκιπίων Καρτερομάχος. Η Βενετία ήταν τότε σημαντικό κέντρο πνευματικής κινήσεως. Εκεί, ο Αλδος Μανούτιος (1449-1515) ίδρυσε τυπογραφείο, επινοώντας και δικά του τυπογραφικά στοιχεία, και άρχισε να εκδίδει τα πρώτα ελληνικά κείμενα. Ο Μιχαήλ λέει γι’ αυτόν ότι ήταν πολύ ευφυής και φιλόσοφος, κάτοχος της ελληνικής και λατινικής φιλολογίας. Τον είχε γνωρίσει στην Βενετία και πήγαινε πολύ συχνά σε αυτόν για ζητήματα βιβλίων .
Μετά την αναχώρηση του δασκάλου και προστάτη του Ιανού Λάσκαρι για το Παρίσι, ο Μιχαήλ πήγε στην Μπολόνια (1495) και γνώρισε τον περίφημο ελληνιστή Αντώνιο Ούρτσεο Κόντρο (Urceo Codro). Οι οικονομικές δυσκολίες του Κόντρο δεν επέτρεψαν την αξιοποίηση του Μιχαήλ. Κατά το 1496 καταλήγει στην Βενετία, όπου βρίσκονταν οι φίλοι του Ιωάννης Γρηγορόπουλος και Σκιπίων Καρτερομάχος. Η Βενετία ήταν τότε σημαντικό κέντρο πνευματικής κινήσεως. Εκεί, ο Αλδος Μανούτιος (1449-1515) ίδρυσε τυπογραφείο, επινοώντας και δικά του τυπογραφικά στοιχεία, και άρχισε να εκδίδει τα πρώτα ελληνικά κείμενα. Ο Μιχαήλ λέει γι’ αυτόν ότι ήταν πολύ ευφυής και φιλόσοφος, κάτοχος της ελληνικής και λατινικής φιλολογίας. Τον είχε γνωρίσει στην Βενετία και πήγαινε πολύ συχνά σε αυτόν για ζητήματα βιβλίων .
Ο Μιχαήλ λόγω της μεγάλης μορφώσεώς του έγινε περιζήτητος ως επιστήμονας, και στην Βενετία συνεργάζεται, εκτός από τον Άλδο Μανούτιο, και με τα δύο άλλα τυπογραφεία των ελληνικών εκδόσεων των Κρητικών Ζαχαρία Καλλιέργη και Νικολάου Βλαστού. Από εκεί επισκέφθηκε το Μιλάνο και τις Βερκέλλες του Πεδεμοντίου και γνώρισε τον ουμανιστή κληρικό Νικόλαο Taresso (Ταρέσσο), από τον οποίο γνωρίζει τον λάτρη της ελληνικής φιλολογίας Λουδοβίκο Ticionum. Ο Ταρέσσο συνεργαζόταν για την έκδοση του λεξικού Σουΐδα ή Σούδα με τους εκδότες του Μιλάνου Bissoli και Mansi. Ο Μιχαήλ πληροφορήθηκε για την έκδοση και με εισήγηση του Νικολάου Ταρέσσο προσκλήθηκε να εργασθεί κοντά στον άρχοντα της Δεκιανής Λουδοβίκο Tizzoni (Τιτσόνι), είχε όμως αποδεχθεί προηγουμένως πρόσκληση από τον άρχοντα Τζιανφραντσέσκο Πίκο ντέλλα Μιράντολα, που λάτρευε τα ελληνικά γράμματα.
Λόγω της επιρροής του κηρύγματος του Ιερωνύμου Σαβοναρόλα, ο Τζιανφραντσέσκο Πίκο στράφηκε προς τους Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας. Αυτή η στροφή βοήθησε τον Μιχαήλ να ασχοληθεί με την μετάφραση στα λατινικά και τον σχολιασμό των μεγάλων Ελλήνων Πατέρων για μια τετραετία, από το 1498 ως το 1502, ικανοποιώντας την βαθύτερη δίψα του και γνωρίζοντας σε βάθος την θεολογία τους. Κάτοχος της πατερικής σκέψεως, αντιλαμβανόνταν ότι η φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων δεν μπορούσε να δώσει απάντηση στα θεολογικά προβλήματα της εποχής του. Υπερασπιζόταν την Πατερική Παράδοση, απορρίπτοντας την σχολαστική θεολογία της Δυτικής Εκκλησίας.
Λόγω της επιρροής του κηρύγματος του Ιερωνύμου Σαβοναρόλα, ο Τζιανφραντσέσκο Πίκο στράφηκε προς τους Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας. Αυτή η στροφή βοήθησε τον Μιχαήλ να ασχοληθεί με την μετάφραση στα λατινικά και τον σχολιασμό των μεγάλων Ελλήνων Πατέρων για μια τετραετία, από το 1498 ως το 1502, ικανοποιώντας την βαθύτερη δίψα του και γνωρίζοντας σε βάθος την θεολογία τους. Κάτοχος της πατερικής σκέψεως, αντιλαμβανόνταν ότι η φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων δεν μπορούσε να δώσει απάντηση στα θεολογικά προβλήματα της εποχής του. Υπερασπιζόταν την Πατερική Παράδοση, απορρίπτοντας την σχολαστική θεολογία της Δυτικής Εκκλησίας.
Ο Ιερώνυμος Σαβοναρόλα και οι κοινωνικές ζυμώσεις της εποχής
Ο Μιχαήλ Τριβώλης έζησε κατά την εποχή των σπουδών του «τήν ακμή του ψευδοκλασικού παραληρήματος»[1] ανάμεσα σε σοφούς άνδρες, αλλά δυστυχώς με ειδωλολατρικά φρονήματα. Εκείνη την εποχή, δηλαδή τέλη του 15ου αιώνα, η Ιταλία υπέφερε πολύ από την αρρώστια της απιστίας και της δεισιδαιμονίας. Δυστυχώς η ανάπτυξη των επιστημών, κατά μίμηση των κλασικών χρόνων της αρχαιότητας, έφερε μαζί της και όλα εκείνα τα παγανιστικά στοιχεία, τα οποία, ενώ θα έπρεπε να αποβληθούν, τελικά επιβλήθηκαν στην κοινωνική ζωή.
Ο σύγχρονος του Μαξίμου Ιταλός Δομίνικος Μπένιβεν αναφέρει σχετικά: «Τα αμαρτήματα και τα εγκλήματα πολλαπλασιάστηκαν στην Ιταλία, επειδή αυτή η χώρα έχασε την πίστη της στον Χριστό»[2]. Τότε πίστευαν ότι το καθετί στον κόσμο και ιδιαίτερα η μοίρα του ανθρώπου είναι μόνον αποτέλεσμα του παιχνιδιού της τύχης. Απέρριπταν την μέλλουσα ζωή και γελούσαν με την θρησκεία. Οι φιλόσοφοι την εύρισκαν υπερβολικά απλή και κατάλληλη ίσως μόνον για ηλικιωμένες γυναίκες και αμαθείς. Αλλοι την έβλεπαν ως απάτη και εφεύρεση των ανθρώπων. Αυτή η κατάσταση επικρατούσε σε όλη την Ιταλία και ιδιαίτερα στην Φλωρεντία. Όλοι, άνδρες και γυναίκες, στράφηκαν στα ειδωλολατρικά ήθη, ασχολούνταν με προκλητικούς ποιητές, αστρολόγους και διαφόρων ειδών δεισιδαιμονίες. Ακόμη και στους εκπροσώπους της Δυτικής Εκκλησίας η πίστη είχε χαθεί. Οι εκπρόσωποι, τα θεσμικά όργανα της Εκκλησίας, είχαν νοθεύσει, εκκοσμικεύσει και διαστρέψει το μήνυμα του Ευαγγελίου. Δεν είναι τυχαίο ότι ακριβώς αυτή η έκπτωση του Ρωμαιοκαθολικισμού έγινε η αιτία δημιουργίας της Μεταρρύθμισης, ακριβώς λίγο μετά από αυτήν την περίοδο, από τους Λούθηρο, Καλβίνο και Ζβίγγλιο με την εμφάνιση των Προτεσταντικών παραφυάδων. Η Αναγέννηση διαδέχθηκε τον Σχολαστικισμό και με την σειρά της παρέδωσε την σκυτάλη στην Μεταρρύθμιση. Αυτά τα κοινωνικά και θεολογικά ρεύματα που επικράτησαν στην Δύση δεν είχαν, βέβαια, στεγανά χρονολογικά πλαίσια. Για παράδειγμα, η θεολογία στην Δύση δεν έχει ξεφύγει ακόμη από τον σχολαστικό της χαρακτήρα.
Η γενική ασθένεια της απιστίας και διαστρέβλωσης της πίστεως θα μπορούσε να επηρεάσει και τον Μάξιμο, που βρισκόταν σε νεαρή ακόμη ηλικία. Όμως η θεία Πρόνοια δεν τον εγκατέλειψε, και λόγω της βαθείας ευσεβείας που είχε κληρονομήσει από τους γονείς του αξιώθηκε της ιδιαίτερης μυστικής χαρισματικής στηρίξεως, η οποία τον διατήρησε αβλαβή από τον καταποντισμό μέσα στα κύματα της απιστίας. Και πράγματι μέσα στην γενική αρρώστια της απιστίας ήταν αδύνατον για έναν νεαρό να αντισταθεί χωρίς την ιδιαίτερη βοήθεια του Θεού, όταν και οι ίδιοι οι διδάσκαλοί του κατευθύνονταν εκεί, που τους παρέσερνε το κύμα των «ειδωλολατρικών ηθών».
Ο Μιχαήλ Τριβώλης έζησε κατά την εποχή των σπουδών του «τήν ακμή του ψευδοκλασικού παραληρήματος»[1] ανάμεσα σε σοφούς άνδρες, αλλά δυστυχώς με ειδωλολατρικά φρονήματα. Εκείνη την εποχή, δηλαδή τέλη του 15ου αιώνα, η Ιταλία υπέφερε πολύ από την αρρώστια της απιστίας και της δεισιδαιμονίας. Δυστυχώς η ανάπτυξη των επιστημών, κατά μίμηση των κλασικών χρόνων της αρχαιότητας, έφερε μαζί της και όλα εκείνα τα παγανιστικά στοιχεία, τα οποία, ενώ θα έπρεπε να αποβληθούν, τελικά επιβλήθηκαν στην κοινωνική ζωή.
Ο σύγχρονος του Μαξίμου Ιταλός Δομίνικος Μπένιβεν αναφέρει σχετικά: «Τα αμαρτήματα και τα εγκλήματα πολλαπλασιάστηκαν στην Ιταλία, επειδή αυτή η χώρα έχασε την πίστη της στον Χριστό»[2]. Τότε πίστευαν ότι το καθετί στον κόσμο και ιδιαίτερα η μοίρα του ανθρώπου είναι μόνον αποτέλεσμα του παιχνιδιού της τύχης. Απέρριπταν την μέλλουσα ζωή και γελούσαν με την θρησκεία. Οι φιλόσοφοι την εύρισκαν υπερβολικά απλή και κατάλληλη ίσως μόνον για ηλικιωμένες γυναίκες και αμαθείς. Αλλοι την έβλεπαν ως απάτη και εφεύρεση των ανθρώπων. Αυτή η κατάσταση επικρατούσε σε όλη την Ιταλία και ιδιαίτερα στην Φλωρεντία. Όλοι, άνδρες και γυναίκες, στράφηκαν στα ειδωλολατρικά ήθη, ασχολούνταν με προκλητικούς ποιητές, αστρολόγους και διαφόρων ειδών δεισιδαιμονίες. Ακόμη και στους εκπροσώπους της Δυτικής Εκκλησίας η πίστη είχε χαθεί. Οι εκπρόσωποι, τα θεσμικά όργανα της Εκκλησίας, είχαν νοθεύσει, εκκοσμικεύσει και διαστρέψει το μήνυμα του Ευαγγελίου. Δεν είναι τυχαίο ότι ακριβώς αυτή η έκπτωση του Ρωμαιοκαθολικισμού έγινε η αιτία δημιουργίας της Μεταρρύθμισης, ακριβώς λίγο μετά από αυτήν την περίοδο, από τους Λούθηρο, Καλβίνο και Ζβίγγλιο με την εμφάνιση των Προτεσταντικών παραφυάδων. Η Αναγέννηση διαδέχθηκε τον Σχολαστικισμό και με την σειρά της παρέδωσε την σκυτάλη στην Μεταρρύθμιση. Αυτά τα κοινωνικά και θεολογικά ρεύματα που επικράτησαν στην Δύση δεν είχαν, βέβαια, στεγανά χρονολογικά πλαίσια. Για παράδειγμα, η θεολογία στην Δύση δεν έχει ξεφύγει ακόμη από τον σχολαστικό της χαρακτήρα.
Η γενική ασθένεια της απιστίας και διαστρέβλωσης της πίστεως θα μπορούσε να επηρεάσει και τον Μάξιμο, που βρισκόταν σε νεαρή ακόμη ηλικία. Όμως η θεία Πρόνοια δεν τον εγκατέλειψε, και λόγω της βαθείας ευσεβείας που είχε κληρονομήσει από τους γονείς του αξιώθηκε της ιδιαίτερης μυστικής χαρισματικής στηρίξεως, η οποία τον διατήρησε αβλαβή από τον καταποντισμό μέσα στα κύματα της απιστίας. Και πράγματι μέσα στην γενική αρρώστια της απιστίας ήταν αδύνατον για έναν νεαρό να αντισταθεί χωρίς την ιδιαίτερη βοήθεια του Θεού, όταν και οι ίδιοι οι διδάσκαλοί του κατευθύνονταν εκεί, που τους παρέσερνε το κύμα των «ειδωλολατρικών ηθών».
Ο ουμανισμός της Ιταλικής Αναγεννήσεως ήταν καθαρά αντιχριστιανικός. Η απάρνηση των χριστιανικών πεποιθήσεων αποτελούσε δείγμα ανωτερότητας. Όποιος φανέρωνε την χριστιανική του ιδιότητα εθεωρείτο καθυστερημένος. Μέσα σε ατμόσφαιρα ειρωνείας και ελαφρότητας συζητούσαν τα σπουδαιότερα και αγιότερα θέματα, τα οποία αφορούσαν τα χριστιανικά δόγματα, τα μυστήρια της Εκκλησίας και της Αγίας Γραφής. Η κλασικομανία οδήγησε σε ηθικό εκτροχιασμό, έκλυση και ελευθεριότητα των ηθών. Μερικοί από τους πάπες δημοσίως κορόιδευαν κάθε ηθικό νόμο. Κληρικός, ο οποίος δεν είχε φρόνημα αντιχριστιανικό, δεν εθεωρείτο ανεπτυγμένος. Μέσα στο Ιερό Βήμα υπήρχαν σκανδαλιστικές ζωγραφικές συνθέσεις γυναικείων γυμνών προσώπων. Οι ιερείς κατά την τέλεση των μυστηρίων αντί για ευχές έλεγαν βλασφημίες. Κλέφτες, ιερόσυλοι και δολοφόνοι κρύβονταν στα μέγαρα των καρδιναλίων. Οι πάπες εφοδίαζαν με συγχωροχάρτια εγκληματίες, αντί χρημάτων, με το επιχείρημα ότι ο Θεός «δέν θέλει τον θάνατον του αμαρτωλού».
Παράλληλα με την ηθική παραλυσία αναπτυσσόταν σε επικίνδυνο βαθμό το πάθος της αστρολογίας. Η δεισιδαιμονία αυτή υπήρχε μέσα στα αρχοντικά των ηγεμόνων από τον 12ο αιώνα μ.Χ. Κάθε άρχοντας είχε τον αστρολόγο του, τον οποίον συμβουλευόταν για κάθε απόφασή του. Έπρεπε αυτός να καθορίσει την ημέρα και την ώρα για κάθε εργασία με την μελέτη των άστρων. Από τον 14ο ως και τον 16ο αιώνα οι αριστοκράτες, και οι πιο φτωχοί ακόμα, είχαν ειδικό αστρολόγο. Δεν ήταν παράξενο που στα Πανεπιστήμια υπήρχαν έδρες διδασκαλίας της επιστήμης της αστρονομίας, αλλά και της θεωρουμένης ως επιστήμης αστρολογίας. Τα πάντα τα κανόνιζαν οι αστρολόγοι. Κάθε παιδί ευγενούς είχε δικό του ισόβιο ωροσκόπιο. Και αυτοί ακόμη οι πάπες δέχονταν, χρησιμοποιούσαν και καυχιόνταν για την ακμή της αστρολογίας.
Η Φλωρεντία ξεπερνούσε κάθε Ιταλική πόλη στην ασέβεια και την διαφθορά. Έγινε τέτοια αλλαγή στα ήθη, ώστε να θεωρείται η πόλη αληθινή κόλαση. Η οικογένεια είχε διαλυθεί. Γάμοι γίνονταν σπάνια. Η διοίκηση της πόλεως έδινε βραβεία σε όσους τελούσαν γάμο. Η συζυγική απιστία και τα παρά φύση σαρκικά αμαρτήματα είχαν λάβει φρικτές διαστάσεις. Ο Σίντερμιχ σε ένα ογκώδες βιβλίο του γράφει ότι η περίοδος της Αναγεννήσεως στην Ιταλία ήταν η «περίοδος σκότους».
Η Φλωρεντία ξεπερνούσε κάθε Ιταλική πόλη στην ασέβεια και την διαφθορά. Έγινε τέτοια αλλαγή στα ήθη, ώστε να θεωρείται η πόλη αληθινή κόλαση. Η οικογένεια είχε διαλυθεί. Γάμοι γίνονταν σπάνια. Η διοίκηση της πόλεως έδινε βραβεία σε όσους τελούσαν γάμο. Η συζυγική απιστία και τα παρά φύση σαρκικά αμαρτήματα είχαν λάβει φρικτές διαστάσεις. Ο Σίντερμιχ σε ένα ογκώδες βιβλίο του γράφει ότι η περίοδος της Αναγεννήσεως στην Ιταλία ήταν η «περίοδος σκότους».
Στα Πανεπιστήμια άρχισε και η αντίδραση με κηρύγματα, όχι μόνο μέσα στους ναούς, αλλά και στις πλατείες της Φλωρεντίας. Ο Ιερώνυμος Σαβοναρόλα (1452-1498) κατόρθωσε να μεταβάλει την κοινωνική κατάσταση με το ελεγκτικό του ηθικιστικό κήρυγμα. Η προσωπική του δύναμη, η ζωηρή φαντασία, η οξύτητα της διάνοιάς του, η ευθύτητα του χαρακτήρα του, η ασκητικότητά του, η ειλικρίνειά του και ο θεϊκός ζήλος του παρέσυραν τα πλήθη και φλόγιζαν τις καρδιές των ακροατών του. Στον πύρινο ζήλο του οφείλεται η αναμόρφωση της Μονής των Καρτουσιανών του Αγίου Μάρκου, της οποίας έγινε και ηγούμενος.
Η πεποίθηση του Σαβοναρόλα ήταν ότι η σωτηρία θα γίνει μόνο με την επικράτηση του Χριστιανισμού. Η ατομική και κοινωνική διαφθορά είναι αποτέλεσμα του ψευδοκλασικισμού, ο οποίος δεν έχει τίποτε κοινό με τον Χριστό. Καλούσε όλους σε μετάνοια. Έλεγχε τους κληρικούς και τον πάπα. «Η Εκκλησία θα αφανισθεί. Η Εκκλησία είναι ακέφαλη. Ο πάπας δεν είναι ούτε καν χριστιανός». Καταφερόταν κατά των φιλοσόφων της αρχαιότητας και προέτρεπε να καούν τα βιβλία τους ως άχρηστα. Την επιστήμη την θεωρούσε βλαβερή και έπρεπε να ασχολούνται μόνο λίγοι με αυτήν, για να μή χαθούν οι ανθρώπινες γνώσεις. Από την φιλοσοφία θεωρούσε ότι αξίζουν οι συλλογισμοί για την απόκρουση των αιρέσεων. Στηλίτευε με δριμύτητα τους αθέους αστρολόγους και κατηγορούσε τους μοναχούς, οι οποίοι αποκτούσαν προσωπική περιουσία. «Όλη η ζωή σας είναι ύπνος, περίπατοι και νυκτερινά όργια. Είναι ζωή ακαθάρτων ζώων», φώναζε στους κατοίκους της Φλωρεντίας.
Η πεποίθηση του Σαβοναρόλα ήταν ότι η σωτηρία θα γίνει μόνο με την επικράτηση του Χριστιανισμού. Η ατομική και κοινωνική διαφθορά είναι αποτέλεσμα του ψευδοκλασικισμού, ο οποίος δεν έχει τίποτε κοινό με τον Χριστό. Καλούσε όλους σε μετάνοια. Έλεγχε τους κληρικούς και τον πάπα. «Η Εκκλησία θα αφανισθεί. Η Εκκλησία είναι ακέφαλη. Ο πάπας δεν είναι ούτε καν χριστιανός». Καταφερόταν κατά των φιλοσόφων της αρχαιότητας και προέτρεπε να καούν τα βιβλία τους ως άχρηστα. Την επιστήμη την θεωρούσε βλαβερή και έπρεπε να ασχολούνται μόνο λίγοι με αυτήν, για να μή χαθούν οι ανθρώπινες γνώσεις. Από την φιλοσοφία θεωρούσε ότι αξίζουν οι συλλογισμοί για την απόκρουση των αιρέσεων. Στηλίτευε με δριμύτητα τους αθέους αστρολόγους και κατηγορούσε τους μοναχούς, οι οποίοι αποκτούσαν προσωπική περιουσία. «Όλη η ζωή σας είναι ύπνος, περίπατοι και νυκτερινά όργια. Είναι ζωή ακαθάρτων ζώων», φώναζε στους κατοίκους της Φλωρεντίας.
Το αποτέλεσμα των κηρυγμάτων του Σαβοναρόλα υπήρξε άμεσο. Τα ήθη άλλαξαν, τουλάχιστον για την περίοδο δράσεως του Σαβοναρόλα. Η Φλωρεντία και οι γύρω περιοχές έγιναν ένα απέραντο μοναστήρι. Αλλά η κατάληξη της τολμηρής μεταρρυθμίσεως του Σαβοναρόλα είναι γνωστή. Η κατά του πάπα Αλεξάνδρου πρόκληση δεν έμεινε αναπάντητη. Καταδικάστηκε στις 23 Μαΐου του 1498 σε θάνατο δι’ αγχόνης και το σώμα του πετάχτηκε στην φωτιά.
Το δράμα της ζωής του Σαβοναρόλα, με όλες τις λεπτομέρειές του, το παρακολούθησε ο Μιχαήλ, και έπαιξε καθοριστικό ρόλο για την μετέπειτα ζωή του. Ως Μάξιμος μοναχός, μετά από χρόνια γράφει για τον Σαβοναρόλα και τους άλλους δύο μοναχούς, οι οποίοι καταδικάσθηκαν: «Με χαρά θα κατέτασσα αυτούς που βασανίσθηκαν ανάμεσα στους αρχαίους υπέρμαχους της ευσέβειας, αν δεν ήταν Λατίνοι στο δόγμα. Γιατί είδα να φανερώνεται από αυτούς τους οσίους μοναχούς θερμός ζήλος για την δόξα του Χριστού, για την σωτηρία και την διόρθωση των πιστών. Δεν τα άκουσα από άλλους. Ήμουν αυτόπτης. Πολύ συχνά άκουα τα κηρύγματά τους και είδα στα πρόσωπά τους, όχι μόνο τον ζήλο της ευσέβειας, αλλά και την σοφία και γνώση των θεοπνεύστων Γραφών… Τα γράφω δε αυτά όχι για να πώ ότι η λατινική πίστη είναι καθαρή και σε όλα ορθή –μή με κατηγορήσετε για τέτοιο παραλογισμό–, αλλά για να δείξω στους Ορθοδόξους, ότι και οι Λατίνοι οι οποίοι έχουν λανθασμένο φρόνημα δείχνουν μεγάλη μέριμνα και επιμέλεια για τις σωτήριες εντολές και ζήλο, «ου κατ’ επίγνωσιν»[8], όπως λέει ο Παύλος, για την πίστη στον Χριστό»
Ο Μιχαήλ Τριβώλης στην Μονή του Αγίου Μάρκου
Όταν ο Μιχαήλ βρισκόταν στην Φλωρεντία εργαζόμενος στον Τζιανφραντσέσκο Πίκο, αυτός βρισκόταν σε πόλεμο με τον αδελφό του, από τον οποίο ηττήθηκε. Ο Μιχαήλ κινδυνεύοντας ζήτησε βοήθεια από τον συγγενή του Τζιανφραντσέσκο, καρδινάλιο Oliviero Carafa. Αυτός τον έστειλε στον βιβλιοθηκάριο της Μονής του Αγίου Μάρκου Ζηνόβιο Ατσαγιόλι για να συνεχίσει το έργο της μετάφρασης και σχολιασμού των πατερικών κειμένων από τα ελληνικά στα ιταλικά.
Η είσοδος του Μιχαήλ στην Μονή του Αγίου Μάρκου, όπως δημοσίευσε πρώτος ο Ντενίσωφ το 1943, καταγράφεται δήθεν σε Χρονικό του Ulbalini, γραμματέα του Savonarola της Μονής των Καρτουσιανών ως εξής: «Ο αδελφός Μιχαήλ του Εμμανουήλ, από την πόλη Άρτα, λεγόμενος με το ίδιο όνομα και προηγουμένως κατά κόσμο, δέχθηκε το σχήμα από τα χέρια του αδελφού Ματθαίου Μάρτσι, στην δεκάτη τετάρτη ημέρα του Ιουνίου, στην πρώτη περίπου ώρα της νύχτας, στο έτος του Κυρίου 1502». Η μαρτυρία αυτή σχολιάσθηκε ότι φανερώνει την ένταξη του Μιχαήλ, ως μοναχού, σε ρωμαιοκαθολικό μοναστήρι.
Νέα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητος αρχίζουν να διαλευκαίνουν την υπόθεση αυτή. Ο Ντενίσωφ, όπως ομολογεί ο ίδιος σε ένα επόμενο άρθρο του το 1948, όταν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επισκέφθηκε ο ίδιος την Μονή του Αγίου Μάρκου και θέλησε να δεί την καταγραφή (γιατί το 1943 δεν την είχε δεί, απλά είχε πληροφορηθεί για αυτήν), δεν την βρήκε στο συγκεκριμένο Χρονικό. Του έδειξαν όμως ένα άλλο χειρόγραφο με τον τίτλο «Liber vestitionum», που είχε αυτήν την καταγραφή. Τελικά η Nina Sinicyna, με έρευνα που έκανε στα αρχεία της Μονής του Αγίου Μάρκου στην Φλωρεντία τον Απρίλιο του 2003, ανακαλύπτει το πραγματικό(;) Μοναχολόγιο με τον τίτλο «Spoglio generate» (χειρόγραφο του 1911), στο οποίο δεν αναγράφεται ο Μάξιμος ως μοναχός της Μονής, αλλά ως δόκιμος. Σύμφωνα με αυτό ο Μάξιμος παρέμεινε στην Μονή από τις 14 Ιουνίου 1502 ως τον Απρίλιο του 1503, δηλαδή για 10 μήνες.
Όταν ο Μιχαήλ βρισκόταν στην Φλωρεντία εργαζόμενος στον Τζιανφραντσέσκο Πίκο, αυτός βρισκόταν σε πόλεμο με τον αδελφό του, από τον οποίο ηττήθηκε. Ο Μιχαήλ κινδυνεύοντας ζήτησε βοήθεια από τον συγγενή του Τζιανφραντσέσκο, καρδινάλιο Oliviero Carafa. Αυτός τον έστειλε στον βιβλιοθηκάριο της Μονής του Αγίου Μάρκου Ζηνόβιο Ατσαγιόλι για να συνεχίσει το έργο της μετάφρασης και σχολιασμού των πατερικών κειμένων από τα ελληνικά στα ιταλικά.
Η είσοδος του Μιχαήλ στην Μονή του Αγίου Μάρκου, όπως δημοσίευσε πρώτος ο Ντενίσωφ το 1943, καταγράφεται δήθεν σε Χρονικό του Ulbalini, γραμματέα του Savonarola της Μονής των Καρτουσιανών ως εξής: «Ο αδελφός Μιχαήλ του Εμμανουήλ, από την πόλη Άρτα, λεγόμενος με το ίδιο όνομα και προηγουμένως κατά κόσμο, δέχθηκε το σχήμα από τα χέρια του αδελφού Ματθαίου Μάρτσι, στην δεκάτη τετάρτη ημέρα του Ιουνίου, στην πρώτη περίπου ώρα της νύχτας, στο έτος του Κυρίου 1502». Η μαρτυρία αυτή σχολιάσθηκε ότι φανερώνει την ένταξη του Μιχαήλ, ως μοναχού, σε ρωμαιοκαθολικό μοναστήρι.
Νέα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητος αρχίζουν να διαλευκαίνουν την υπόθεση αυτή. Ο Ντενίσωφ, όπως ομολογεί ο ίδιος σε ένα επόμενο άρθρο του το 1948, όταν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επισκέφθηκε ο ίδιος την Μονή του Αγίου Μάρκου και θέλησε να δεί την καταγραφή (γιατί το 1943 δεν την είχε δεί, απλά είχε πληροφορηθεί για αυτήν), δεν την βρήκε στο συγκεκριμένο Χρονικό. Του έδειξαν όμως ένα άλλο χειρόγραφο με τον τίτλο «Liber vestitionum», που είχε αυτήν την καταγραφή. Τελικά η Nina Sinicyna, με έρευνα που έκανε στα αρχεία της Μονής του Αγίου Μάρκου στην Φλωρεντία τον Απρίλιο του 2003, ανακαλύπτει το πραγματικό(;) Μοναχολόγιο με τον τίτλο «Spoglio generate» (χειρόγραφο του 1911), στο οποίο δεν αναγράφεται ο Μάξιμος ως μοναχός της Μονής, αλλά ως δόκιμος. Σύμφωνα με αυτό ο Μάξιμος παρέμεινε στην Μονή από τις 14 Ιουνίου 1502 ως τον Απρίλιο του 1503, δηλαδή για 10 μήνες.
Άρα μέχρι στιγμής η Μονή του Αγίου Μάρκου έχει παρουσιάσει τρία Χρονικά/Μοναχολόγια σχετικά με τον άγιο Μάξιμο: Το πρώτο Χρονικό, το πιο αρχαίο, που έγραψε ο Ulbalini, γραμματέας του Σαβοναρόλα και σύγχρονος του αγίου Μαξίμου, στο οποίο δεν αναφέρεται καθόλου το όνομα του Μιχαήλ Τριβώλη. Το δεύτερο με τίτλο «Liber vestitionum», στο οποίο υπάρχει καταγραφή του Μιχαήλ Τριβώλη ως μοναχού της δομινικανής Μονής. Και το τρίτο με τον τίτλο «Spoglio generate», που είναι χειρόγραφο του 1911, στο οποίο ο άγιος Μάξιμος αναγράφεται στους δοκίμους της Μονής. Ποιό από τα τρία είναι τελικά το πραγματικό Χρονικό/Μοναχολόγιο της Μονής των Καρτουσιανών; Γιατί να μην υποστηρίξουμε την άποψη ότι το πρώτο -πού είναι και το αρχαιότερο και στο οποίο δεν υπάρχει καμμία αναφορά για τον Μιχαήλ Τριβώλη- είναι και το αληθινό;
Το σενάριο αυτό με τα πολλά Χρονικά/Μοναχολόγια είναι σύνηθες φαινόμενο στο πλαίσιο της προπαγάνδας των Ρωμαιοκαθολικών. Αποτελεί πάγια τακτική των Λατίνων η νόθευση και πλαστογράφηση χειρογράφων, ώστε να παρουσιάζονται οι ορθόδοξοι ως λατινόφρονες και ενωτικοί, ειδικά μετά την Σύνοδο της Φερράρας Φλωρεντίας (1439).
Το σενάριο αυτό με τα πολλά Χρονικά/Μοναχολόγια είναι σύνηθες φαινόμενο στο πλαίσιο της προπαγάνδας των Ρωμαιοκαθολικών. Αποτελεί πάγια τακτική των Λατίνων η νόθευση και πλαστογράφηση χειρογράφων, ώστε να παρουσιάζονται οι ορθόδοξοι ως λατινόφρονες και ενωτικοί, ειδικά μετά την Σύνοδο της Φερράρας Φλωρεντίας (1439).
Ας παρακαλουθήσουμε κάποιους συλλογισμούς επί του θέματος σοβαρών ερευνητών του αγίου Μαξίμου.
Ο Βλάσιος Φειδάς γράφει: «Εν τούτοις τα πράγματα δεν είναι τόσον σαφή, όσον γενικώς νομίζεται, διότι ο ίδιος ο Μιχαήλ δεν θα απέφευγε να αναφερθή εις εν τόσον σημαντικόν γεγονός της ζωής του… Η απόλυτος σιγή του Μιχαήλ διά το γεγονός υποδηλοί ότι ο ίδιος δεν είχε την συνείδησιν βαρείαν εκ της παραμονής εις την Μονήν του Αγίου Μάρκου, την οποίαν προφανώς ουδέποτε ηννόησεν ως ένταξιν εις τον μοναχικόν βίον… Αυτή όμως θα ηδύνατο να ερμηνευθή και ως απλή επίδοσις του χαρακτηριστικού μοναδικού ενδύματος διά την διευκόλυνσιν της δι’ άλλους ίσως λόγους παρατεταμένης παραμονής του Μιχαήλ εις την ιδιότυπον Μονήν».
Ο Βλάσιος Φειδάς γράφει: «Εν τούτοις τα πράγματα δεν είναι τόσον σαφή, όσον γενικώς νομίζεται, διότι ο ίδιος ο Μιχαήλ δεν θα απέφευγε να αναφερθή εις εν τόσον σημαντικόν γεγονός της ζωής του… Η απόλυτος σιγή του Μιχαήλ διά το γεγονός υποδηλοί ότι ο ίδιος δεν είχε την συνείδησιν βαρείαν εκ της παραμονής εις την Μονήν του Αγίου Μάρκου, την οποίαν προφανώς ουδέποτε ηννόησεν ως ένταξιν εις τον μοναχικόν βίον… Αυτή όμως θα ηδύνατο να ερμηνευθή και ως απλή επίδοσις του χαρακτηριστικού μοναδικού ενδύματος διά την διευκόλυνσιν της δι’ άλλους ίσως λόγους παρατεταμένης παραμονής του Μιχαήλ εις την ιδιότυπον Μονήν».
Ο Κωνσταντίνος Τσιλιγιάννης θεωρεί ότι η καταγραφή του Μιχαήλ στο Χρονικό της Μονής ως μοναχού είναι «ψευδής και υστερόβουλος» και οφείλεται στην «παπική προπαγάνδα»
Πώς έγινε ο Μιχαήλ μοναχός, χωρίς προηγουμένως να δοκιμαστεί ως δόκιμος τουλάχιστον δύο χρόνια; Και γιατί δεν άλλαξε το κοσμικό του όνομα, όπως συνηθιζόταν; Και γιατί οι εχθροί του δεν χρησιμοποίησαν το επιχείρημα της προδοσίας της ορθόδοξης πίστεως εναντίον του και δεν τον κάλεσαν να απολογηθεί; Εάν έκανε τέτοια παραχώρηση, δεν θα φανερωνόταν αυτή στο προπύργιο της Ορθοδοξίας, στο Άγιον Όρος; «Προσχώρησίς του άλλως τε στον λατινισμό δεν συνεβιβάζετο ούτε με τον γνωστόν αντιλατινισμό του ούτε με το φιλοπατερικό του πνεύμα». Ο ίδιος σε έναν λόγο του ομολογεί: «Εσύ όμως, φιλάνθρωπε Δέσποτα, ικετεύω την άρρητη αγαθότητά Σου, μην στείλεις εναντίον μου κάτι τέτοιο, αλλά, όπως ευδόκησες να προφυλάσσεις μέχρι τώρα εμένα, το αχάριστο δημιούργημα των χειρών Σου, εντός της ορθόδοξης χριστιανικής πίστεως, έτσι ευδόκησε, πανάγαθε Δέσποτα, και μέχρι το τέλος να με προφυλάξεις ακλόνητο έχοντας μέσα μου το μέγα της ευσεβείας μυστήριον. Ξέρεις, Δέσποτα, ότι το αγάπησα από την νεότητά μου και το αγαπώ με όλη την ψυχή μου και δεν έσφαλα στην επιθυμία μου, αλλά με την μεγάλη φιλανθρωπία και την Χάρη Σου αξιώθηκα, να ενταχθώ στην θεάρεστη σύναξη των μοναχών»
Πώς έγινε ο Μιχαήλ μοναχός, χωρίς προηγουμένως να δοκιμαστεί ως δόκιμος τουλάχιστον δύο χρόνια; Και γιατί δεν άλλαξε το κοσμικό του όνομα, όπως συνηθιζόταν; Και γιατί οι εχθροί του δεν χρησιμοποίησαν το επιχείρημα της προδοσίας της ορθόδοξης πίστεως εναντίον του και δεν τον κάλεσαν να απολογηθεί; Εάν έκανε τέτοια παραχώρηση, δεν θα φανερωνόταν αυτή στο προπύργιο της Ορθοδοξίας, στο Άγιον Όρος; «Προσχώρησίς του άλλως τε στον λατινισμό δεν συνεβιβάζετο ούτε με τον γνωστόν αντιλατινισμό του ούτε με το φιλοπατερικό του πνεύμα». Ο ίδιος σε έναν λόγο του ομολογεί: «Εσύ όμως, φιλάνθρωπε Δέσποτα, ικετεύω την άρρητη αγαθότητά Σου, μην στείλεις εναντίον μου κάτι τέτοιο, αλλά, όπως ευδόκησες να προφυλάσσεις μέχρι τώρα εμένα, το αχάριστο δημιούργημα των χειρών Σου, εντός της ορθόδοξης χριστιανικής πίστεως, έτσι ευδόκησε, πανάγαθε Δέσποτα, και μέχρι το τέλος να με προφυλάξεις ακλόνητο έχοντας μέσα μου το μέγα της ευσεβείας μυστήριον. Ξέρεις, Δέσποτα, ότι το αγάπησα από την νεότητά μου και το αγαπώ με όλη την ψυχή μου και δεν έσφαλα στην επιθυμία μου, αλλά με την μεγάλη φιλανθρωπία και την Χάρη Σου αξιώθηκα, να ενταχθώ στην θεάρεστη σύναξη των μοναχών»
Εάν γινόταν πράγματι δομηνικανός μοναχός, θα έγραφε κάποιο έργο για να εξηγήσει τις αιτίες της πράξεώς του και θα ζητούσε συγχώρηση μετανοώντας για το ατόπημά του, κάτι που δεν βλέπουμε να γίνεται. Ούτε οι Ρωμαιοκαθολικοί, οι οποίοι βρίσκονταν τότε στην Μόσχα, κατηγόρησαν τον Μάξιμο στον μεγάλο ηγεμόνα και τον πατριάρχη ότι ήταν κάποτε μοναχός δικός τους, πράγμα το οποίο θα έδινε όπλα στους εχθρούς του. Ούτε στις δύο Συνόδους του 1525 και του 1531 αναφέρθηκε αυτή η κατηγορία για τον άγιο Μάξιμο, ενώ ασύστολα ειπώθηκαν τόσες άλλες ψευδείς κατηγορίες εναντίον του.
Κάποιοι μάλιστα επιχειρηματολογούν ότι η αιτία που ο άγιος Μάξιμος δεν έλαβε εκκλησιαστικά αξιώματα στο Άγιον Όρος ήταν η προσχώρησή του στο ρωμαιοκαθολικό δόγμα. Δεν γνωρίζουν όμως όσοι κάνουν αυτούς τους συλλογισμούς την Αγιορειτική Παράδοση, και ειδικά εκείνη την εποχή, ότι σε μία αγιορειτική Μονή υπήρχαν μόνο ένας ή το πολύ δύο ιερομόναχοι για τις λειτουργικές ανάγκες της. Ο όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, παρόλο που ήταν ηγούμενος, δεν ήταν ιερομόναχος, αλλά είχε μόνο έναν ιερομόναχο στην Μονή του για τα χρέη του εφημερίου. Στις Μονές του Αγίου Όρους μόλις μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 άρχισε να εμφανίζεται το φαινόμενο της ταυτίσεως του αξιώματος του ηγουμένου με αυτό του ιερομονάχου, αλλά και της «εις πρεσβύτερον» χειροτονίας μοναχών περισσοτέρων του ενός. Ως προς το αξίωμα του προϊσταμένου, υπάρχει η παράδοση η οποία ισχύει ακόμη και σήμερα, ότι κάποιος, για να λάβει το ισόβιο διοικητικό αξίωμα του προϊσταμένου, πρέπει να έχει κάνει στην Μονή τουλάχιστον 10 χρόνια. Ο άγιος Μάξιμος έμεινε στο Βατοπαίδι για 10 χρόνια, και βέβαια δεν ξέρουμε τί θα γινόταν στην συνέχεια. Αν υπήρχε κενή θέση προϊσταμένου, νομίζουμε ότι σίγουρα θα την λάμβανε. Επίσης νομίζουμε ότι, αν τελικά η υπακοή του το επέβαλλε, ο ταπεινός Μάξιμος θα αποδεχόταν και το λειτούργημα της ιερωσύνης, αφού χάριν της υπακοής προς τους πατέρες της Συνάξεως της Μονής, όπως λέγει και ο ίδιος, πήγαινε και έκανε περιοδείες και εράνους στην τότε Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα.
Κάποιοι μάλιστα επιχειρηματολογούν ότι η αιτία που ο άγιος Μάξιμος δεν έλαβε εκκλησιαστικά αξιώματα στο Άγιον Όρος ήταν η προσχώρησή του στο ρωμαιοκαθολικό δόγμα. Δεν γνωρίζουν όμως όσοι κάνουν αυτούς τους συλλογισμούς την Αγιορειτική Παράδοση, και ειδικά εκείνη την εποχή, ότι σε μία αγιορειτική Μονή υπήρχαν μόνο ένας ή το πολύ δύο ιερομόναχοι για τις λειτουργικές ανάγκες της. Ο όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, παρόλο που ήταν ηγούμενος, δεν ήταν ιερομόναχος, αλλά είχε μόνο έναν ιερομόναχο στην Μονή του για τα χρέη του εφημερίου. Στις Μονές του Αγίου Όρους μόλις μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 άρχισε να εμφανίζεται το φαινόμενο της ταυτίσεως του αξιώματος του ηγουμένου με αυτό του ιερομονάχου, αλλά και της «εις πρεσβύτερον» χειροτονίας μοναχών περισσοτέρων του ενός. Ως προς το αξίωμα του προϊσταμένου, υπάρχει η παράδοση η οποία ισχύει ακόμη και σήμερα, ότι κάποιος, για να λάβει το ισόβιο διοικητικό αξίωμα του προϊσταμένου, πρέπει να έχει κάνει στην Μονή τουλάχιστον 10 χρόνια. Ο άγιος Μάξιμος έμεινε στο Βατοπαίδι για 10 χρόνια, και βέβαια δεν ξέρουμε τί θα γινόταν στην συνέχεια. Αν υπήρχε κενή θέση προϊσταμένου, νομίζουμε ότι σίγουρα θα την λάμβανε. Επίσης νομίζουμε ότι, αν τελικά η υπακοή του το επέβαλλε, ο ταπεινός Μάξιμος θα αποδεχόταν και το λειτούργημα της ιερωσύνης, αφού χάριν της υπακοής προς τους πατέρες της Συνάξεως της Μονής, όπως λέγει και ο ίδιος, πήγαινε και έκανε περιοδείες και εράνους στην τότε Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα.
Τα πράγματα λοιπόν είναι πολύ απλά. Ο Μιχαήλ ήταν φιλοξενούμενος και εργαζόταν αμειβόμενος για την εργασία της μεταφράσεως των κειμένων στην Μονή του Αγίου Μάρκου. Παρέμεινε στην Μονή για έναν περίπου χρόνο, «χωρίς όμως να αρνηθεί επ’ ουδενί την Ορθοδοξία. Την εποχή εκείνη, παρά την αποτυχία στις απόπειρες για ένωση των Εκκλησιών (Σύνοδος Φερράρας Φλωρεντίας, 1439), μαρτυρούνται ορισμένες περιπτώσεις επί μέρους εκκλησιαστικής κοινωνίας». Όταν έφυγε, έγραφε σε επιστολή προς τον φίλο του Σκιπίωνα Καρτερομάχο: «Απεταξάμην τω μονήρει βίω»και εννοούσε την έξοδό του από την Μονή, χωρίς καμμία άλλη διαδικασία. Η παραμονή του στην Μονή έληξε με την περάτωση του έργου που του είχε ανατεθεί. Έμεινε ελεύθερος και σκεφτόταν τί θα κάνει στην συνέχεια.
Ο Μιχαήλ Τριβώλης μετά την εγκατάλειψη της ρωμαιοκαθολικής Μονής αισθανόταν ότι μέσα του είχε πεθάνει ο θαυμαστής του ανθρωπισμού της Ιταλικής Αναγεννήσεως και η πίστη του στην αξία της επιστήμης. «Τον παλαιόν Μιχαήλ αντικατέστησεν ο Μιχαήλ του χριστιανικού ανθρωπισμού»[20]. Ζώντας το κίνημα του ανθρωπισμού στην Ιταλία θαύμαζε τις ιδέες των προγόνων του, αλλά δεν έγινε Λατίνος ουμανιστής, όπως οι σύγχρονοί του. Ο Ντενίσωφ ονομάζει «χριστιανικό» τον ουμανισμό του. Ο π. Γεώργιος Φλορόφσκυ γράφει: «Παρόλο που δεν ήταν ανθρωπιστής, με την δυτική έννοια της λέξης, ο Μάξιμος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί βυζαντινός ανθρωπιστής… Το θρησκευτικό ύφος του Μαξίμου υπήρξε βυζαντινό»
Ο Μιχαήλ Τριβώλης μετά την εγκατάλειψη της ρωμαιοκαθολικής Μονής αισθανόταν ότι μέσα του είχε πεθάνει ο θαυμαστής του ανθρωπισμού της Ιταλικής Αναγεννήσεως και η πίστη του στην αξία της επιστήμης. «Τον παλαιόν Μιχαήλ αντικατέστησεν ο Μιχαήλ του χριστιανικού ανθρωπισμού»[20]. Ζώντας το κίνημα του ανθρωπισμού στην Ιταλία θαύμαζε τις ιδέες των προγόνων του, αλλά δεν έγινε Λατίνος ουμανιστής, όπως οι σύγχρονοί του. Ο Ντενίσωφ ονομάζει «χριστιανικό» τον ουμανισμό του. Ο π. Γεώργιος Φλορόφσκυ γράφει: «Παρόλο που δεν ήταν ανθρωπιστής, με την δυτική έννοια της λέξης, ο Μάξιμος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί βυζαντινός ανθρωπιστής… Το θρησκευτικό ύφος του Μαξίμου υπήρξε βυζαντινό»
Ακολούθησε την διατυπωμένη στα έργα των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας εκλεκτική, ισορροπημένη και αρμονική αξιοποίηση της κλασικής ελληνικής διανοήσεως σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση των πρώτων αιώνων[23]. Ο Μιχαήλ σπούδαζε την κλασική ελληνική φιλοσοφία έχοντας τα κριτήρια της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Εξάλλου εργαζόταν στον Pico μεταφράζοντας και σχολιάζοντας ορθόδοξα πατερικά κείμενα[24]. Με την μελέτη αυτή γνώρισε εμπειρικά όλες τις εσωτερικές αντιφάσεις και τις ειδωλολατρικές, παγανιστικές τάσεις των ουμανιστών. Απορρίπτοντας το πνεύμα της Αναγεννήσεως και την βιοθεωρία της αναχώρησε από την Ιταλία σε ηλικία 35 ετών, παραμένοντας σταθερός στην παράδοση της ορθοδόξου πίστεως. Είναι φανερό ότι διαπίστωσε την γυμνότητα του ανθρώπου που βρίσκεται μακράν της Χάριτος του Θεού και έντονα αναζητούσε τον αυθεντικό τρόπο της βιώσεως της χριστιανικής ζωής.
«Φαίνεται», γράφει ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου γέροντας Γεώργιος, «ότι καθ’ όλον το διάστημα της παραμονής του στην Ιταλία γινόταν μέσα του μια πνευματική διεργασία, ίσως και μια πάλη των δύο τρόπων ζωής και θεολογίας, του δυτικού και ουμανιστικού-ανθρωποκεντρικού και του ορθοδόξου και θεανθρωποκεντρικού»[25]. Προτίμησε τον δεύτερο τρόπο ζωής. Ποθώντας να κατορθώσει τον ύψιστο προορισμό του ανθρώπου, την θέωση, αποφάσισε να βρεί την ανάπαυση, την οποία ζητούσε το πνεύμα του, στο αγιορειτικό μοναστήρι του Βατοπαιδίου.
«Φαίνεται», γράφει ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου γέροντας Γεώργιος, «ότι καθ’ όλον το διάστημα της παραμονής του στην Ιταλία γινόταν μέσα του μια πνευματική διεργασία, ίσως και μια πάλη των δύο τρόπων ζωής και θεολογίας, του δυτικού και ουμανιστικού-ανθρωποκεντρικού και του ορθοδόξου και θεανθρωποκεντρικού»[25]. Προτίμησε τον δεύτερο τρόπο ζωής. Ποθώντας να κατορθώσει τον ύψιστο προορισμό του ανθρώπου, την θέωση, αποφάσισε να βρεί την ανάπαυση, την οποία ζητούσε το πνεύμα του, στο αγιορειτικό μοναστήρι του Βατοπαιδίου.
Από την Ιταλία στo Άγιον ΄Ορος – Ο Μάξιμος Τριβόλης ως Βατοπαιδινός Μοναχός
Στην απόφασή του να εγκαταλείψει την κοσμική ματαιότητα και σύγχυση και να εκλέξει την μοναχική ζωή συνετέλεσε βέβαια το παράδειγμα του εναρέτου και αυστηρού μοναχού Σαβοναρόλα, αλλά και η μελέτη των Πατέρων της Εκκλησίας[26]. Ο ίδιος ευγνωμονεί την πρόνοια του Θεού. «Εάν ο Θεός που φροντίζει για την σωτηρία όλων των ανθρώπων δεν έδειχνε γρήγορα σε μένα το έλεός του και δεν με επισκεφτόταν με την Χάρη Του φωτίζοντας με το φως του την διάνοιά μου[27], προ πολλού θα χανόμουν μαζί με τους εκεί (στήν Ιταλία) αντιπροσώπους της ασεβείας»[28]. Ο Θεός επισκέφθηκε με την χάρη της μνήμης του θανάτου τον Μιχαήλ και του χάρισε το βίωμα της νεκρώσεως κάθε εφήμερου, γήινου και κοσμικού. Η εμπειρία αυτή αποτελεί ένδειξη κλήσεως στον μοναχισμό[29]. Εκείνη την περίοδο ο Μιχαήλ δεν συνειδητοποίησε τί του συνέβαινε, γιατί δεν είχε κάποιον έμπειρο πνευματικό καθοδηγητή για να τον συμβουλευθεί. Γι’ αυτό γράφοντας το 1504 στον Σκιπίωνα Καρτερομάχο αναφέρεται στα ασυνήθιστα συναισθήματά του[30].
Την άνοιξη του 1505 έφθασε στην Άρτα, όπου έμεινε έναν ολόκληρο χρόνο. Η εγκατάστασή του στο Άγιον Όρος, την άνοιξη του 1506, δεν ήταν αποτέλεσμα νεανικού ενθουσιασμού, αλλά ώριμης σκέψεως. Είχε συνειδητοποιήσει την κλήση του από τον Θεό για την μοναχική πολιτεία. Ήταν πλέον ώριμος πνευματικά να αφιερωθεί στην πραγμάτωση του ορθόδοξου ασκητικού ιδεώδους μακριά από τα συμβατικά κριτήρια του κόσμου[31].
Στην απόφασή του να εγκαταλείψει την κοσμική ματαιότητα και σύγχυση και να εκλέξει την μοναχική ζωή συνετέλεσε βέβαια το παράδειγμα του εναρέτου και αυστηρού μοναχού Σαβοναρόλα, αλλά και η μελέτη των Πατέρων της Εκκλησίας[26]. Ο ίδιος ευγνωμονεί την πρόνοια του Θεού. «Εάν ο Θεός που φροντίζει για την σωτηρία όλων των ανθρώπων δεν έδειχνε γρήγορα σε μένα το έλεός του και δεν με επισκεφτόταν με την Χάρη Του φωτίζοντας με το φως του την διάνοιά μου[27], προ πολλού θα χανόμουν μαζί με τους εκεί (στήν Ιταλία) αντιπροσώπους της ασεβείας»[28]. Ο Θεός επισκέφθηκε με την χάρη της μνήμης του θανάτου τον Μιχαήλ και του χάρισε το βίωμα της νεκρώσεως κάθε εφήμερου, γήινου και κοσμικού. Η εμπειρία αυτή αποτελεί ένδειξη κλήσεως στον μοναχισμό[29]. Εκείνη την περίοδο ο Μιχαήλ δεν συνειδητοποίησε τί του συνέβαινε, γιατί δεν είχε κάποιον έμπειρο πνευματικό καθοδηγητή για να τον συμβουλευθεί. Γι’ αυτό γράφοντας το 1504 στον Σκιπίωνα Καρτερομάχο αναφέρεται στα ασυνήθιστα συναισθήματά του[30].
Την άνοιξη του 1505 έφθασε στην Άρτα, όπου έμεινε έναν ολόκληρο χρόνο. Η εγκατάστασή του στο Άγιον Όρος, την άνοιξη του 1506, δεν ήταν αποτέλεσμα νεανικού ενθουσιασμού, αλλά ώριμης σκέψεως. Είχε συνειδητοποιήσει την κλήση του από τον Θεό για την μοναχική πολιτεία. Ήταν πλέον ώριμος πνευματικά να αφιερωθεί στην πραγμάτωση του ορθόδοξου ασκητικού ιδεώδους μακριά από τα συμβατικά κριτήρια του κόσμου[31].
Γιατί διάλεξε τον Αθωνα και ιδιαίτερα την Μονή του Βατοπαιδίου;
Ίσως ο κύριος λόγος επιλογής της Μονής Βατοπαιδίου ήταν, ότι εκείνη την περίοδο βρισκόταν στην Μονή ο άγιος Νήφων και όχι ότι το Βατοπαίδι είχε πλούσια βιβλιοθήκη, όπως ισχυρίστηκαν κάποιοι μελετητές του βίου του αγίου Μαξίμου.
Ο άγιος Νήφων, λόγιος και πρώην οικουμενικός πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ήταν ο αγαπητός φίλος της οικογένειας του Μανουήλ Τριβώλη (πατέρας του αγίου Μαξίμου), και βρισκόταν τότε στο Βατοπαίδι μαζί με τους δύο μαθητές του Μακάριο και Ιωάσαφ, τους οσιομάρτυρες . Ο άγιος Νήφων, ως ιεροδιάκονος, ήταν υποτακτικός του γέροντος Ζαχαρία, βατοπαιδινού ιεραπόστολου και μετέπειτα επισκόπου Αχρίδος. Από αυτόν πήρε ευλογία και ήλθε στο Άγιον Όρος. Η πρώτη Μονή στην οποία κάθησε ήταν το Βατοπαίδι. Στις συζητήσεις που είχε με τον άγιο Νήφωνα ο μοναχός Μάξιμος κατανόησε «βαθύτερον το οξύ αντιλατινικόν φρόνημα του ορθοδόξου μοναχισμού»[33]. Ασφαλώς ο λόγιος πατριάρχης θα μετέδωσε σε αυτόν από την πλούσια κατά Θεόν σοφία και εμπειρία του. Ο Μιχαήλ λαμβάνει το μέγα και αγγελικό σχήμα των μοναχών μετονομαζόμενος Μάξιμος. Ο ίδιος φανερώνοντας την τέλεια αποταγή και ξενιτεία του αλλάζει και την γραφή του επωνύμου του από Τριβώλης σε Τριβόλης. Δεν γνωρίζουμε ποιός ήταν ο γέροντας του αγίου Μαξίμου. Ίσως κάποιος από τους γέροντες προηγουμένους Κύριλλο, Νεόφυτο, Συμεών[34]. Ίσως να τον έκειρε και ο ίδιος ο άγιος Νήφων.
Η επιλογή του μοναχικού του ονόματος νομίζουμε ότι συνδέεται με τον κοιμηθέντα στην Μονή πρώην πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μάξιμο τον Δ΄, τον οποίο διαδέχθηκε κατά την δεύτερη πατριαρχεία του ο άγιος Νήφων[35]. Ασφαλώς το μαρτύριο του αγίου Μακαρίου στην Θεσσαλονίκη το 1507 θα συγκλόνισε τον άγιο Μάξιμο και θέρμανε την καρδία του στην αρχή της μοναχικής του ζωής με ζήλο που αυξήθηκε στην συνέχεια και διατηρήθηκε μέχρι τέλους της ζωής του[36].
Ίσως ο κύριος λόγος επιλογής της Μονής Βατοπαιδίου ήταν, ότι εκείνη την περίοδο βρισκόταν στην Μονή ο άγιος Νήφων και όχι ότι το Βατοπαίδι είχε πλούσια βιβλιοθήκη, όπως ισχυρίστηκαν κάποιοι μελετητές του βίου του αγίου Μαξίμου.
Ο άγιος Νήφων, λόγιος και πρώην οικουμενικός πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ήταν ο αγαπητός φίλος της οικογένειας του Μανουήλ Τριβώλη (πατέρας του αγίου Μαξίμου), και βρισκόταν τότε στο Βατοπαίδι μαζί με τους δύο μαθητές του Μακάριο και Ιωάσαφ, τους οσιομάρτυρες . Ο άγιος Νήφων, ως ιεροδιάκονος, ήταν υποτακτικός του γέροντος Ζαχαρία, βατοπαιδινού ιεραπόστολου και μετέπειτα επισκόπου Αχρίδος. Από αυτόν πήρε ευλογία και ήλθε στο Άγιον Όρος. Η πρώτη Μονή στην οποία κάθησε ήταν το Βατοπαίδι. Στις συζητήσεις που είχε με τον άγιο Νήφωνα ο μοναχός Μάξιμος κατανόησε «βαθύτερον το οξύ αντιλατινικόν φρόνημα του ορθοδόξου μοναχισμού»[33]. Ασφαλώς ο λόγιος πατριάρχης θα μετέδωσε σε αυτόν από την πλούσια κατά Θεόν σοφία και εμπειρία του. Ο Μιχαήλ λαμβάνει το μέγα και αγγελικό σχήμα των μοναχών μετονομαζόμενος Μάξιμος. Ο ίδιος φανερώνοντας την τέλεια αποταγή και ξενιτεία του αλλάζει και την γραφή του επωνύμου του από Τριβώλης σε Τριβόλης. Δεν γνωρίζουμε ποιός ήταν ο γέροντας του αγίου Μαξίμου. Ίσως κάποιος από τους γέροντες προηγουμένους Κύριλλο, Νεόφυτο, Συμεών[34]. Ίσως να τον έκειρε και ο ίδιος ο άγιος Νήφων.
Η επιλογή του μοναχικού του ονόματος νομίζουμε ότι συνδέεται με τον κοιμηθέντα στην Μονή πρώην πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μάξιμο τον Δ΄, τον οποίο διαδέχθηκε κατά την δεύτερη πατριαρχεία του ο άγιος Νήφων[35]. Ασφαλώς το μαρτύριο του αγίου Μακαρίου στην Θεσσαλονίκη το 1507 θα συγκλόνισε τον άγιο Μάξιμο και θέρμανε την καρδία του στην αρχή της μοναχικής του ζωής με ζήλο που αυξήθηκε στην συνέχεια και διατηρήθηκε μέχρι τέλους της ζωής του[36].
Αρχίζει μακριά από τον θόρυβο «τών του κόσμου τερπνών» και των «βιωτικών κυμάτων» να ζεί σύμφωνα με το πρόγραμμα της Μονής. Ζεί ως άσημος μοναχός. Ασκείται με ζήλο στις μοναχικές υποσχέσεις της ακτημοσύνης, της εγκράτειας και της υπακοής, αποφεύγοντας όλα τα πάθη του «παλαιού ανθρώπου»[37]. Αγωνίζεται για την εκκοπή του ιδίου θελήματος, κάθε επιθυμίας και πλεονεξίας. Ησυχάζει, ασκώντας την αδιάλειπτη προσευχή. Επιδιώκει την νηπτική εργασία ως γνήσιος Αγιορείτης. Στα έργα του φαίνεται ότι είναι ένας γνήσιος φορέας της νηπτικής, ησυχαστικής παραδόσεως του Αγίου Όρους. Ο ακόρεστος πόθος του να αποκτήσει τις αρετές και η αξιοζήλευτη επιμέλειά του στην άσκηση τον κατέστησαν κάτοχο των θεοποιών αρετών της ταπεινώσεως και της αγάπης και κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος.
Την εποχή του αγίου Μαξίμου η Μονή κρατούσε μια ημικοινοβιακή τάξη[38]. Ο ηγούμενος, πρώτος στην διοίκηση και την θεία Λατρεία, ήταν και πνευματικός καθοδηγητής των μοναχών[39]. Δυστυχώς δεν διασώθηκαν στα αρχεία της Μονής πληροφορίες για την ζωή του αγίου Μαξίμου[40]. Από τα συγγράμματά του φαίνεται ότι κατά την δεκαετή παραμονή του επιδόθηκε σε συστηματική μελέτη των έργων των αγίων Πατέρων, έχοντας ως κύριο καθοδηγητή για την γνώση της θεολογίας τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Τον τοποθετούσε «υπέρ την φιλοσοφίαν», γιατί τον θεωρούσε σοφότατο και μεγάλο Θεολόγο, πατέρα της Θεολογίας. Πρέπει κατά την μελέτη του να κρατούσε σημειώσεις, τις οποίες μετέφερε μαζί του στην Ρωσία. Αυτό συνάγεται από την μνεία πλήθους κειμένων των εκκλησιαστικών Πατέρων στα έργα του, τα οποία δεν ήταν δυνατό να θυμάται από μνήμης ούτε μπορούσε να τα βρεί όλα εκεί. Ο άγιος Μάξιμος είχε βαθειά γνώση της εκκλησιαστικής και της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Όπως παρατηρεί ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ δεν έγραψε στην καθομιλουμένη ελληνική, αλλά σε αρχαΐζουσα και περίτεχνη φιλολογική γλώσσα, που πλησίαζε την γλώσσα της Βίβλου[41].
Στο Βατοπαίδι ο άγιος Μάξιμος συναυλιζόταν και με άλλους λογίους και αγίους μοναχούς, όπως ήταν ο προηγούμενος Ιώβ, «ανήρ πεπαιδευμένος άκρως εις τάς θείας Γραφάς, και μέρος τι της έξω παιδείας εις άκρον εληλακώς αρετής»[42], ο λόγιος ιερομόναχος Σάββας, τον οποίο αρχικά είχε προσκαλέσει ο μεγάλος ηγεμόνας Βασίλειος Γ΄ Ιβάνοβιτς στην Ρωσία για την μετάφραση εκκλησιαστικών βιβλίων, ο πρώην μητροπολίτης Βεροίας Μεθόδιος[43] και ο πρώτος του Αγίου Όρους Συμεών[44].
Την ίδια χρονική περίοδο είχε εγκαταβιώσει στην Μονή Βατοπαιδίου και ο νοτάριος και έξαρχος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, άγιος Θεόφιλος ο Μυροβλύτης. Αυτός υποτάχθηκε «μετά πάσης προθυμίας και ταπεινώσεως»[45] στον επίσκοπο Μηθύμνης, Μαλαχία[46]. Ο άγιος Θεόφιλος παρέμεινε λίγα έτη στο Βατοπαίδι[47], προφανώς όμως θα είχε επικοινωνία με τον άγιο Μάξιμο. Είχαν κοινά ενδιαφέροντα. Εκτός της αγάπης προς την μοναχική ζωή και την Πατερική Παράδοση, ήταν και οι δύο λάτρεις των βιβλίων, αναγνώστες, βιβλιογράφοι και αντιγραφείς χειρογράφων. Στον κώδικα 1134 της βιβλιοθήκης της Μονής Βατοπαιδίου υπάρχουν αυτόγραφες σημειώσεις του αγίου Μαξίμου[48].
Κατά θεία Πρόνοια η Μονή Βατοπαιδίου είχε γίνει χώρος συναντήσεως επιφανών πνευματικών προσωπικοτήτων και μεγάλων μορφών της Εκκλησίας μας κατά την περίοδο της εκεί παραμονής του αγίου Μαξίμου. Ασφαλώς θα επωφελείτο πολύ από την παρουσία τους και θα ενισχύετο στην διαμόρφωση και απόκτηση υψηλής πνευματικής καταστάσεως. Μερικοί από αυτούς επέλεξαν, παραιτούμενοι από τις θέσεις τις οποίες κατείχαν, την Μονή Βατοπαιδίου ως τόπο ασκήσεως. Έτσι ο Μακάριος Παπαγεωργόπουλος, λόγιος μητροπολίτης αρχικά της Κορίνθου και κατόπιν της Θεσσαλονίκης, παραιτήθηκε από τον θρόνο του, ήλθε στο Βατοπαίδι, έγινε μεγαλόσχημος μοναχός και έζησε μέχρι τέλους της ζωής του[49].
Ο Μάξιμος έλαβε εξαιρετικά μεγάλη ωφέλεια από τις επισκέψεις του οσιομάρτυρος Ιακώβου (†1519), που επισκεπτόταν τακτικά εκείνη την περίοδο την Μονή, επειδή και ο πρώτος υποτακτικός του, Μαρκιανός, ήταν πρώην βατοπαιδινός[50]. Ο άγιος Ιάκωβος προσκαλούμενος από τους βατοπαιδινούς, αν και απλός μοναχός μή έχοντας την ιερωσύνη, συμβούλευε και εξομολογούσε τους Πατέρες. Θεωρούσε την ιερωσύνη, κατά κάποιον τρόπο, ως εμπόδιο εξαιτίας της ευθύνης απέναντι στον Θεό, στην βίωση της αληθινής χαρισματικής μοναχικής ζωής[51]. Από τον άγιο Ιάκωβο ίσως θα επηρεάστηκε ο Μάξιμος να παραμείνει απλός μοναχός και να μή λάβει την χάρη της ιερωσύνης. Κατά μίμηση του αγίου Ιακώβου έζησε στην Ρωσία. Πλήθη ανθρώπων, όλων των κοινωνικών τάξεων, τον συμβουλεύονταν, παρόλο που ήταν μοναχός και όχι ιερομόναχος εξομολόγος.
Ο Μάξιμος έλαβε εξαιρετικά μεγάλη ωφέλεια από τις επισκέψεις του οσιομάρτυρος Ιακώβου (†1519), που επισκεπτόταν τακτικά εκείνη την περίοδο την Μονή, επειδή και ο πρώτος υποτακτικός του, Μαρκιανός, ήταν πρώην βατοπαιδινός[50]. Ο άγιος Ιάκωβος προσκαλούμενος από τους βατοπαιδινούς, αν και απλός μοναχός μή έχοντας την ιερωσύνη, συμβούλευε και εξομολογούσε τους Πατέρες. Θεωρούσε την ιερωσύνη, κατά κάποιον τρόπο, ως εμπόδιο εξαιτίας της ευθύνης απέναντι στον Θεό, στην βίωση της αληθινής χαρισματικής μοναχικής ζωής[51]. Από τον άγιο Ιάκωβο ίσως θα επηρεάστηκε ο Μάξιμος να παραμείνει απλός μοναχός και να μή λάβει την χάρη της ιερωσύνης. Κατά μίμηση του αγίου Ιακώβου έζησε στην Ρωσία. Πλήθη ανθρώπων, όλων των κοινωνικών τάξεων, τον συμβουλεύονταν, παρόλο που ήταν μοναχός και όχι ιερομόναχος εξομολόγος.
Ο άγιος Μάξιμος γνώρισε τον Μανουήλ τον Ρήτορα, όταν αυτός ήλθε στο Βατοπαίδι για να συναντήσει τον πολύ αγαπητό του πατριάρχη Νήφωνα Β΄. Ο Μανουήλ (1481-1531), ρήτορας και φιλόσοφος, γεννήθηκε στην Κόρινθο και έμενε στην Κωνσταντινούπολη. Δάσκαλος στην Μεγάλη Σχολή του γένους, έγινε και γραμματέας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο Μανουήλ πληροφορήθηκε από τον πρώην πατριάρχη την μεγάλη μόρφωση του λογίου και ποιητή Μαξίμου και έδωσε τα ποιήματά του για να τα κρίνει ή ίσως να τα διορθώσει. Ο Μάξιμος εκφράζοντας τον θαυμασμό του για την ποίηση του Μανουήλ έγραψε και ένα τιμητικό επίγραμμα.
Ο άγιος Μάξιμος συνδέθηκε και με τον ιερομόναχο Γαβριήλ, τον πρώτο του Αγίου Όρους, σλαβικής καταγωγής, από την περιοχή της Αχρίδος, ο οποίος έμενε στο κελλί των Αρχαγγέλων στις Καρυές, το οποίο είχε την προσωνυμία του Οσίου Μάρκου του Κωφού. «Ήταν μια ξεχωριστή φυσιογνωμία του Αθω στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα. Έγινε πρώτος με μικρές διακοπές πέντε φορές. Και όταν δεν κρατούσε το διακόνημα, δεν έπαυε να είναι στο προσκήνιο ως πρώην πρώτος. Ταξίδεψε αρκετές φορές στις μολδαβικές χώρες». Ίσως να έπαιρνε μαζί του και τον άγιο Μάξιμο.
Αυτός έγραψε την πρώτη βιογραφία του αγίου Νήφωνος και πολλά άλλα αγιολογικά κείμενα. Ο Γαβριήλ, ο μετέπειτα μεγαλόσχημος Σεραφείμ, ήταν ο πρώτος, ο οποίος κατέγραψε διήγηση με το θαύμα του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, που συνδέεται με τον ύμνο «Αξιόν Εστιν» και την εφέστια θαυματουργό εικόνα του Αγίου Όρους. Η καταγραφή έγινε πριν το 1516, αφού ο άγιος Μάξιμος την γνωρίζει και την μεταφράζει κατά την παραμονή του στην Ρωσία.
Αυτός έγραψε την πρώτη βιογραφία του αγίου Νήφωνος και πολλά άλλα αγιολογικά κείμενα. Ο Γαβριήλ, ο μετέπειτα μεγαλόσχημος Σεραφείμ, ήταν ο πρώτος, ο οποίος κατέγραψε διήγηση με το θαύμα του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, που συνδέεται με τον ύμνο «Αξιόν Εστιν» και την εφέστια θαυματουργό εικόνα του Αγίου Όρους. Η καταγραφή έγινε πριν το 1516, αφού ο άγιος Μάξιμος την γνωρίζει και την μεταφράζει κατά την παραμονή του στην Ρωσία.
Η στενή σχέση του αγίου Μαξίμου με τον πρώτο Γαβριήλ, αλλά και με τον βατοπαιδινό πρώτο Συμεών, δικαιολογεί και την ενασχόλησή του με τα κοινά του Αγίου Όρους ως νοταρίου και γραφέως του Πρωτάτου. Κατά επιθυμία του πρώτου Γαβριήλ ο Μάξιμος συνέθεσε την Ιερά Ακολουθία του αγίου Εράσμου[56]. Στην Ιερά Μονή Κωνσταμονίτου σώζεται μεταγραφή δυσανάγνωστης Πράξης του πρώτου Θεοφυλάκτου, την οποία μεταγραφή έκανε ο άγιος Μάξιμος.
Στις Καρυές ήταν φυσικό να συναντηθεί με τον άγιο Διονύσιο τον εν Ολύμπω, υποτακτικό του Γαβριήλ, του οποίου η κουρά έγινε περί το 1512.
Ο Μάξιμος μυήθηκε και παρέλαβε την πνευματική ζωή από αγίους Αγιορείτες Πατέρες. Έτσι απέκτησε αληθινό μοναχικό φρόνημα, αυθεντική αγιορείτικη συνείδηση.
Ο Μάξιμος μυήθηκε και παρέλαβε την πνευματική ζωή από αγίους Αγιορείτες Πατέρες. Έτσι απέκτησε αληθινό μοναχικό φρόνημα, αυθεντική αγιορείτικη συνείδηση.
Η Μονή, λόγω της δύσκολης οικονομικής κατάστασης που βρισκόταν, εκτιμώντας τα προσόντα του, του ανέθετε το διακόνημα να πηγαίνει σε περιοχές εκτός Αγίου Όρους για εράνους. Η ανάθεση των αποστολών αυτών φανερώνει και την καθολική εκτίμηση των μοναχών προς το πρόσωπό του. Όπως γράφει ο ίδιος, «κατ’ εντολήν των πατέρων» έκανε περιοδείες στην Τουρκοκρατούμενη Μακεδονία και τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου, τα οποία βρίσκονταν στην κατοχή των Ενετών, κηρύττοντας και στηρίζοντας τους Ορθόδοξους Έλληνες στην πίστη τους. Το έργο του δεν ήταν χωρίς κινδύνους, γιατί οι συνθήκες ζωής των χριστιανών ήταν πολύ δύσκολες, ιδιαίτερα κατά τις πρώτες δεκαετίες της τουρκικής κυριαρχίας. Υπήρξε άλλωστε αυτόπτης μάρτυρας στο μαρτύριο ενός νεομάρτυρος απαγχονισθέντος από τους Τούρκους. Ο ίδιος αναφέρει: «Κήρυττα πάντοτε φανερά και χωρίς δισταγμό την ορθόδοξη πίστη μας και στους άρχοντες, φωτισμένους ή μή από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Με λίγα λόγια, παντού, όπου με έστελνε με την βούληση των Πατέρων η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, και φωτισμένος με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, κήρυττα την καθαρή ορθόδοξη πίστη, και αυτοί με τις δέουσες τιμές με άφηναν να επιστρέψω στο Άγιον Όρος».
Πήγαινε για αποστολές ζητείας (εράνους) στις μολδαβικές ηγεμονίες και στην ευρύτερη περιοχή Αχρίδος και Μελενίκου, όπου η Μονή είχε ήδη από τότε μετόχια. Φαίνεται ότι γνώριζε την καθομιλουμένη σλαβονική εκείνων των περιοχών. Ο μοναχός Σάββας και ο Γαβριήλ πρέπει να ήταν οι πρώτοι δάσκαλοί του στο γλωσικό ιδίωμα των Σλάβων της βαλκανικής χερσονήσου. Γι’ αυτό, όπως θα δούμε στην συνέχεια, ανέλαβε την αποστολή στην Ρωσία για το έργο της μεταφράσεως των γραφών και των πατερικών έργων. Μπορούσε εύκολα να μάθει και την ρωσική και την εκκλησιαστική σλαβονική, για να φέρει εις πέρας το έργο του.
Φυσικά στενοχωρούσε τον άγιο Μάξιμο κάθε έξοδος από την Μονή της μετανοίας του, γιατί έχανε την αγαπημένη του αμεριμνία και ησυχία. Ως γνήσιος όμως υποτακτικός, θέτοντας πάνω από τον εαυτό του την αγάπη των αδελφών του μοναχών, που ζούσαν σε μεγάλη φτώχεια και ανέχεια, αναλάμβανε τα διάφορα ταξίδια. Επέστρεφε μεταφέροντας την ελεημοσύνη των διαφόρων αγαθών δωρητών, τους οποίους εξοφλούσε με λόγους διδαχής από την ακένωτη πηγή της σοφίας του.
Όπως υποστηρίζει ο Ντενίσωφ, η σπουδαιότερη αποστολή του αγίου Μαξίμου ήταν στην Ρωσία, η οποία του έδωσε την φήμη του αποστόλου και τον ανέδειξε σε προσωπικότητα πρώτου μεγέθους της ιστορίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας κατά τον 16ο αιώνα.
Από το Άγιον Όρος στην Ρωσία
Στις 31 Μαρτίου του 1516 έφθασε στο Άγιον Όρος ο βογιάρος Βασίλειος Κοπιλόφ ως απεσταλμένος του μεγάλου δούκα της Μόσχας Βασιλείου Ιβάνοβιτς, δηλαδή υιού του Ιβάν (Ιωάννου) και της Σοφίας Παλαιολογίνας. Ο Κοπιλόφ μαζί με τον έμπορο Ιβάν Βάραβιν είχαν περάσει προηγουμένως από την Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να πάρουν την έγκριση του οικουμενικού πατριάρχου Θεόληπτου Α΄ (1513-1522) για την μετάβαση ενός περίφημου μεταφραστού στην Ρωσία, αλλά και την έγκριση αναθεωρήσεως της ρωσικής μεταφράσεως των λειτουργικών βιβλίων επί τη βάσει των πρωτοτύπων ελληνικών χειρογράφων.
Στις 31 Μαρτίου του 1516 έφθασε στο Άγιον Όρος ο βογιάρος Βασίλειος Κοπιλόφ ως απεσταλμένος του μεγάλου δούκα της Μόσχας Βασιλείου Ιβάνοβιτς, δηλαδή υιού του Ιβάν (Ιωάννου) και της Σοφίας Παλαιολογίνας. Ο Κοπιλόφ μαζί με τον έμπορο Ιβάν Βάραβιν είχαν περάσει προηγουμένως από την Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να πάρουν την έγκριση του οικουμενικού πατριάρχου Θεόληπτου Α΄ (1513-1522) για την μετάβαση ενός περίφημου μεταφραστού στην Ρωσία, αλλά και την έγκριση αναθεωρήσεως της ρωσικής μεταφράσεως των λειτουργικών βιβλίων επί τη βάσει των πρωτοτύπων ελληνικών χειρογράφων.
Στις Καρυές συναντούν τον πρώτο του Αγίου Όρους Συμεών και την Ιερά Επιστασία και παραδίδουν επιστολή, με την οποία ο μεγάλος ηγεμόνας παρακαλούσε να αποσταλεί στην Μόσχα «γιά ένα χρονικό διάστημα» ο μεταφραστής βιβλίων μοναχός Σάββας της Μονής Βατοπαιδίου, επί πληρωμή. Ο μοναχός Νήφων Βατοπαιδινός, ο οποίος πρόσφατα είχε επισκεφθεί την Μόσχα, φαίνεται ότι είχε υποδείξει τον μοναχό Σάββα]. Η επιστολή δεν έγραφε ούτε τον λόγο πρόσκλησης του μεταφραστή ούτε και τα βιβλία τα οποία θα μετέφραζε. Από όσα αναφέρει ο άγιος Μάξιμος σε έναν λόγο του, γνωρίζουμε ότι υπήρχε άμεση ανάγκη για την μετάφραση από τα ελληνικά στα σλαβονικά της ερμηνευτικής σειράς, γνωστής στην Ρωσία με τον τίτλο Ερμηνευμένος Ψαλτήρας, που κυκλοφορούσε ευρύτατα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, νοθευμένος και φθαρμένος σκόπιμα από κάποια αίρεση ιουδαϊζόντων Η επιστολή του μεγάλου δούκα συνοδευόταν από ένα σεβαστό χρηματικό ποσό (4.000 ρούβλια) εις μνημόσυνον των γονέων του και με την παράκληση να γίνει δέηση υπέρ τεκνοποιήσεως της συζύγου του Σολομωνίας. Μόλις τελείωνε το έργο του ο μοναχός Σάββας θα γύριζε στην Μονή της μετανοίας του.
Ο μοναχός Σάββας επικαλέσθηκε την γεροντική ηλικία και την ασθενική κράση του. Δεν μπορούσε να κάνει ένα τόσο μεγάλο και επίπονο ταξίδι στο μακρινό βορρά.
Η πρόσκληση του Βασιλείου Γ΄ της Ρωσίας κινδύνευε να μείνει ανεκτέλεστη. Ο πρώτος αναγνωρίζοντας τις μεγάλες ευεργεσίες του μεγάλου ηγεμόνα προς το Άγιον Όρος αποφάσισε από κοινού με την αδελφότητα της Μονής Βατοπαιδίου να αντικαταστήσουν τον υπέργηρο Σάββα με τον μοναχό Μάξιμο.
Η πρόσκληση του Βασιλείου Γ΄ της Ρωσίας κινδύνευε να μείνει ανεκτέλεστη. Ο πρώτος αναγνωρίζοντας τις μεγάλες ευεργεσίες του μεγάλου ηγεμόνα προς το Άγιον Όρος αποφάσισε από κοινού με την αδελφότητα της Μονής Βατοπαιδίου να αντικαταστήσουν τον υπέργηρο Σάββα με τον μοναχό Μάξιμο.
Ο ηγούμενος της Μονής Βατοπαιδίου Άνθιμος εφοδίασε τον Μάξιμο με επιστολή προς τον μητροπολίτη Μόσχας Βαρλαάμ. Σε αυτήν εξηγεί συγκεκριμένα, γιατί επιλέχθηκε ο Μάξιμος: «Αλλά ο γέροντας [Σάββας], που είναι ηλικιωμένος και έχει ασθενή πόδια, δεν μπορεί να εκπληρώσει την διαταγή του ευσεβεστάτου μεγάλου ηγεμόνα και της δικής σας αρχιερωσύνης και για το οποίο ζητά συγχώρηση. Όμως ο άγιος πρώτος, για να μή μείνει η παράκληση του μεγάλου ηγεμόνα ανεκπλήρωτη, διάλεξε τον οσιολογιώτατο αδελφό μας Μάξιμο από την Ιερά μας Μονή Βατοπαιδίου, που είναι έμπειρος στις θείες Γραφές και ικανός στο να ερμηνεύει όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία, και τα λεγόμενα ελληνικά (ενν. φιλοσοφικά), επειδή από την νεότητά του με αυτά μεγάλωσε και τα έμαθε εμπειρικώς, και όχι σαν κάποιος άλλος μόνο με πολύ διάβασμα. Ο πρώτος τον στέλνει με την συγκατάθεσή μας, και παρόλο που δεν γνωρίζει την ρωσική γλώσσα, αλλά την ελληνική και την λατινική, πιστεύομε όμως ότι γρήγορα θα μάθει και την ρωσική. Μαζί του δεχτείτε τον ιερομόναχο Νεόφυτο πνευματικό και τον τρίτο αδελφό Λαυρέντιο».
Ο άγιος Μάξιμος, μαζί με τους απεσταλμένους του μεγάλου ηγεμόνα και με την συνοδεία του, τον Ιούνιο ή Ιούλιο του 1516 εγκατέλειψε το Άγιον Όρος για την υπερβόρειο άγνωστη χώρα, με τις ευχές και την ευλογία των πατέρων. Προστέθηκαν σε αυτήν και οι αντιπρόσωποι διαφόρων αγιορειτικών Μονών που πήγαιναν για συλλογή εράνων, όπως ο προηγούμενος Σάββας και οι μοναχοί Παχώμιος και Ματθαίος της Ιεράς Μονής Παντελεήμονος. Πέρασε πρώτα από την Κωνσταντινούπολη για να πάρει την ευλογία του οικουμενικού πατριάρχου, ο οποίος του έδωσε γράμμα προς τον Μόσχας Βαρλαάμ και απέστειλε ως συνοδούς του τον μητροπολίτη Ζίχνης Γρηγόριο και τον διάκονο Διονύσιο με σκοπό την οικονομική ενίσχυση για τις ανάγκες της Μητέρας Εκκλησίας. Στην Κωνσταντινούπολη παρέμεινε η αποστολή για αρκετό καιρό. Ίσως η καθυστέρηση να οφειλόταν σε παρέμβαση του σουλτάνου Σελήμ Α΄, ο οποίος ενδιαφερόταν για τις σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την Ρωσία.
Το ταξίδι είχε μεγάλη χρονική διάρκεια και ήταν κουραστικό λόγω του επελθόντος χειμώνα. Όπως αναφέρει ο άγιος Μάξιμος, κατά την διάρκειά του υπέφερε πολύ. Οι Ρώσοι απεσταλμένοι έπρεπε να παραμείνουν στην Κριμαία για να φέρουν εις πέρας υποθέσεις, οι οποίες τους είχαν ανατεθεί από τον ηγεμόνα. Κατά την διάρκεια του ταξιδίου, ασφαλώς ο άγιος Μάξιμος με την βοήθεια των σλαβοφώνων Αγιορειτών συνοδών του θα βελτίωνε τις γνώσεις του στην σλαβονική γλώσσα.
Από τα έργα του μαθαίνουμε ότι θα πρέπει να μετέφερε μαζί του ένα πλήθος βιβλίων, τα οποία θεωρούσε απαραίτητα για το έργο, το οποίο θα πραγματοποιούσε στην Ρωσία. Πολύ συχνά αναφέρει τους Γρηγόριο τον Θεολόγο, Ιωάννη τον Χρυσόστομο, Διονύσιο Αρεοπαγίτη, Ιωάννη Δαμασκηνό, Ισίδωρο Πηλουσιώτη, Φώτιο Κωνσταντινουπόλεως και την βιβλιοθήκη του, Μέγα Αθανάσιο και Βασίλειο, Κύριλλο Αλεξανδρείας, Θεοδώρητο Κύρου, Συμεών Μεταφραστή, Βαλσαμώνα, Νικηφόρο Κάλλιστο, το Σύνταγμα Ματθαίου Βλαστάρεως, το Λεξικό Σουΐδα (ή Σούδα) και πολλά άλλα έργα Ελλήνων και Λατίνων, χριστιανών και μή χριστιανών, ιδιαίτερα αρχαίων ιστορικών από τους οποίους αναφέρει διάφορες αφηγήσεις.
Η ομάδα των 17 προσώπων τελικά έφθασε την Πέμπτη 4 Μαρτίου του 1518 στην Μόσχα
Ο ηγεμόνας Βασίλειος Γ΄ και ο μητροπολίτης Μόσχας Βαρλαάμ υποδέχθηκαν με εξαιρετικές τιμές και ιδιαίτερη χαρά τον μοναχό Μάξιμο. Ο ηγεμόνας της Ρωσίας φαίνεται ότι ένιωσε μεγάλη ικανοποίηση που οι Αγιορείτες εκπλήρωσαν την επιθυμία του και το ότι ο Μάξιμος δέχθηκε να πραγματοποιήσει ένα τόσο μακρινό και επίπονο ταξίδι. Η συνοδεία του αγίου Μαξίμου εγκαταστάθηκε στην Μονή Τσούντοφ του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην Μόσχα. Ο ηγεμόνας έδωσε διαταγή η συνοδεία να διατρέφεται και να ικανοποιεί όλες τις ανάγκες της από την βασιλική τράπεζα.
Ο ηγεμόνας Βασίλειος Γ΄ και ο μητροπολίτης Μόσχας Βαρλαάμ υποδέχθηκαν με εξαιρετικές τιμές και ιδιαίτερη χαρά τον μοναχό Μάξιμο. Ο ηγεμόνας της Ρωσίας φαίνεται ότι ένιωσε μεγάλη ικανοποίηση που οι Αγιορείτες εκπλήρωσαν την επιθυμία του και το ότι ο Μάξιμος δέχθηκε να πραγματοποιήσει ένα τόσο μακρινό και επίπονο ταξίδι. Η συνοδεία του αγίου Μαξίμου εγκαταστάθηκε στην Μονή Τσούντοφ του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην Μόσχα. Ο ηγεμόνας έδωσε διαταγή η συνοδεία να διατρέφεται και να ικανοποιεί όλες τις ανάγκες της από την βασιλική τράπεζα.
Ο Βασίλειος Γ΄ αμέσως μετά την άφιξη του αγίου Μαξίμου τον οδήγησε στην πλούσια βιβλιοθήκη του, η οποία ήταν κλειστή εκατό χρόνια. Ο Μάξιμος βλέποντας τα πολλά ελληνικά βιβλία είπε: «Ορθόδοξε ηγεμόνα, ουδέποτε είδα τόσο μεγάλο πλήθος ελληνικής φιλοσοφίας στην ελληνική γή» Η βιβλιοθήκη περιλάμβανε πλήθος αρχαίων χειρογράφων βιβλίων εβραϊκών, ελληνικών και λατινικών, τα οποία μετέφερε η πριγκίπισσα Σοφία, η μητέρα του Βασιλείου, ή προέρχονταν από βυζαντινούς φυγάδες στην Μόσχα μετά την άλωση, αλλά και από δωρεές του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Ο πολύτιμος αυτός θησαυρός φυλασσόταν κλεισμένος σε δύο θολωτά υπόγεια. Ήταν μια μεγάλη αλλά εγκαταλειμμένη βιβλιοθήκη.
Το μεταφραστικό, διορθωτικό και ερμηνευτικό έργο του Αγίου Μαξίμου
Ο άγιος Μάξιμος ανέλαβε με ζήλο την ταξινόμηση των βιβλίων, δεν ξεχνούσε όμως τον κύριο σκοπό της αποστολής του, που ήταν η μετάφραση του Ερμηνευμένου Ψαλτήρα. Όπως γράφει ο ίδιος, το βιβλίο αυτό φυλασσόταν για «πολλά χρόνια σε βιβλιοθήκες χωρίς κανένα όφελος για τους ανθρώπους». Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Ψαλτηρίου της βασιλικής βιβλιοθήκης ήταν ότι είχε συγκεντρώσει τις άριστες ερμηνείες διαφόρων Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων από τον 2ο ως και τον 7ο αιώνα.
Ο άγιος Μάξιμος ανέλαβε με ζήλο την ταξινόμηση των βιβλίων, δεν ξεχνούσε όμως τον κύριο σκοπό της αποστολής του, που ήταν η μετάφραση του Ερμηνευμένου Ψαλτήρα. Όπως γράφει ο ίδιος, το βιβλίο αυτό φυλασσόταν για «πολλά χρόνια σε βιβλιοθήκες χωρίς κανένα όφελος για τους ανθρώπους». Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Ψαλτηρίου της βασιλικής βιβλιοθήκης ήταν ότι είχε συγκεντρώσει τις άριστες ερμηνείες διαφόρων Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων από τον 2ο ως και τον 7ο αιώνα.
Ο άγιος Μάξιμος έπρεπε να μεταφράσει, αλλά και να διορθώσει τις ασάφειες που υπήρχαν. Το έργο αυτό δεν μπορούσε να το φέρει εις πέρας μόνος του, επειδή δεν είχε επαρκή γνώση της εκκλησιαστικής σλαβονικής γλώσσας. Ορίστηκαν ως βοηθοί του οι Ρώσοι Δημήτριος Γερασίμοφ, διπλωμάτης βογιάρος, και ο μοναχός Βλάσιος, δοκιμασμένοι μεταφραστές για την γλωσσομάθειά τους και κάτοχοι της λατινικής γλώσσας. Ως γραφείς και αντιγραφείς ορίστηκαν ο μοναχός Σιλβανός της Λαύρας του Αγίου Σεργίου, μαθητής και ομότυχος κατόπιν του αγίου Μαξίμου, και ο Μιχαήλ Μεντοβάρτσεφ.
Η μετάφραση αρχικά γινόταν εμμέσως. Ο άγιος Μάξιμος μετέφραζε στην λατινική γλώσσα και οι βοηθοί του, πότε ο ένας και πότε ο άλλος, μετέφραζαν στην σλαβονική. Το έργο πραγματοποιήθηκε σχετικά σύντομα, σε ένα έτος και πέντε μήνε. Ήταν πολύμοχθο και απαιτούσε ιδιαίτερη ένταση της προσοχής και πολύ κουραστική προσπάθεια. Κατ’ αρχήν έπρεπε να αποδίδεται πιστά και με ακρίβεια το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο στα λατινικά. Έπειτα έπρεπε να εξετάζεται αν έγινε ορθή μετάφραση στην σλαβονική. Αυτή ήταν και η μεγαλύτερη δυσκολία, διότι η γλώσσα αυτή δεν ήταν πλήρως ανεπτυγμένη και δεν μπορούσε να αποδώσει τις διάφορες λεπτές έννοιες του πρωτοτύπου.
Να προσθέσουμε δε ότι το χειρόγραφο της βασιλικής βιβλιοθήκης προερχόταν από παλαιότερη ατελή και λανθασμένη μετάφραση του ελληνικού Ψαλτηρίου σε ατελή σλαβονική, και ήταν γεμάτο σφάλματα, τα οποία έπρεπε να διορθώνονται με πολύ μεγάλη προσοχή σε σύγκριση και παραβολή προς το πρωτότυπο.
Για να επιτύχει το έργο που ανέλαβε, χρησιμοποίησε όλες τις πλούσιες φιλολογικές γνώσεις του, και ιδιαίτερα εφάρμοσε στο μεταφραστικό και διορθωτικό έργο την φιλολογική κριτική μέθοδο, την οποία για πρώτη φορά εισήγαγε στα ρωσικά γράμματα. Για τον άγιο Μάξιμο μια νέα προοπτική αναπτύξεως γενικά της πνευματικής και εκκλησιαστικής ζωής συνδεόταν με το αυθεντικό περιεχόμενο των πηγών της ορθοδόξου παραδόσεως. Βάση αυτής της προοπτικής αποτελούσε η κάθαρση των πηγών από τα σφάλματα και η ορθή κατανόηση των πηγών σύμφωνα με τις πατερικές ερμηνείες Πρώτος αυτός έδειξε ότι τα σφάλματα των χειρογράφων δεν προέρχονταν μόνο από τους αντιγραφείς, οι οποίοι στερούνταν γραμματικών γνώσεων, αλλά και από τους παλαιούς μεταφραστές, οι οποίοι είχαν ατελή γνώση των ελληνικών πρωτοτύπων Μερικές φορές και ο ίδιος αντιμετώπιζε δυσκολίες στην μετάφραση. Αναγνωρίζει ότι στις περιπτώσεις αυτές το έργο του δεν είναι τέλειο.
Γράφει ο ίδιος: «Η ελληνική γλώσσα εξαιτίας του πλούτου των σημασιών των λέξεών της και των διαφόρων τρόπων εκφράσεως, οι οποίες εφευρέθηκαν από τους γνωστούς ρήτορες της αρχαιότητας, παρουσιάζει πολλές δυσκολίες στην μετάφραση και για την πλήρη κατανόησή τους. Αλλά, όσο ο Θεός μας βοήθησε άνωθεν με την Χάρη Του και όσο μπορέσαμε να κατανοήσουμε μόνοι μας κατά το δυνατόν, δεν παραλείψαμε τίποτε από τα καλά και σωστά λόγια, ώστε να έχουν ορθή και ευκρινή ερμηνεία. Εξάλλου, όπου μπορέσαμε, με την βοήθεια των διορθωμένων βιβλίων ή με την δική μας ερμηνευτική ικανότητα, προσπαθήσαμε με όλες τις δυνάμεις μας, και κυρίως με την βοήθεια του Θεού, να συμπληρώσουμε όσα είχαν παραλειφθεί και να αποκαταστήσουμε αυτά που είχαν φθαρεί. Όπου όμως, δεν κατορθώσαμε να αντλήσουμε βοήθεια από τα βιβλία, οι δε δικές μας προσπάθειες απέβησαν άκαρπες, τα αφήσαμε έτσι όπως ήταν»
Όταν τελείωσε το έργο της μεταφράσεως και διορθώσεως, ο άγιος Μάξιμος έγραψε ένα υπόμνημα ως εισαγωγή, σχετικά με την μετάφραση του Ερμηνευμένου Ψαλτήρα προς τον «ευσεβέστατο και υψηλότατο Βασιλέα και θεοφύλακτο άρχοντα και μεγάλο ηγεμόνα πασών των Ρωσιών Βασίλειο».
Όταν ο ηγεμόνας της Ρωσίας παρέλαβε το έργο από τον άγιο Μάξιμο, το διεβίβασε στον μητροπολίτη Μόσχας Βαρλαάμ, για να το αξιολογήσει. Την πραγματική αξία όμως του έργου κανένας στην Ρωσία δεν μπορούσε να την κρίνει. Η μεγάλη υπόληψη, την οποία είχαν όλοι στο πρόσωπο του αγίου Μαξίμου, η εκτίμηση των ανωτέρων εκκλησιαστικών και κοινωνικών κύκλων της Μόσχας για την σοφία και τις άλλες αρετές του ήταν αρκετές εγγυήσεις για την έγκριση του έργου. Η επίσημη όμως έγκριση από την Εκκλησία της Ρωσίας «δέν υπήρξε εντελώς τυφλή, άρα δε η ανάληψη της ευθύνης είχε τα αποχρώντα ερείσματα»
Μετά από λίγες ημέρες ο μητροπολίτης με ολόκληρη την Σύνοδο πήγαν στα ανάκτορα και με τρόπο πανηγυρικό παρέδωσαν στον μεγάλο ηγεμόνα τον Ερμηνευμένο Ψαλτήρα, χαρακτηρίζοντάς το εγκωμιαστικά ως «πηγήν ευσεβείας» .
Ο άγιος Μάξιμος ήταν χαρούμενος, που το έργο του τελείωσε και περίμενε την ώρα της επιστροφής στην Μονή της μετανοίας του. Είχε όμως το ανήσυχο συναίσθημα του φόβου, μήπως δεν ικανοποιηθεί το αίτημά του. Ο φόβος δεν ήταν αβάσιμος, γιατί ο μητροπολίτης Βαρλαάμ φανέρωνε την ανυπομονησία του να επωφεληθεί την παρουσία του Μαξίμου για μετάφραση και διόρθωση και άλλων έργων. Τον είχε παρακαλέσει παράλληλα με την μετάφραση του Ερμηνευμένου Ψαλτήρα να επιχειρήσει την συμπλήρωση της ερμηνείας των Πράξεων, η οποία ήταν ημιτελής.
Στο τέλος του υπομνήματος, το οποίο υπέβαλε στον μεγάλο ηγεμόνα, φαίνεται η θερμή ικεσία και η έντονη παράκληση για επιστροφή στο Άγιον Όρος. «Σε εμένα και τους παρευρισκόμενους αδελφούς επίτρεψέ μας να επιστρέψουμε στο Άγιον Όρος, για να απαλλαγούμε με τον τρόπο αυτόν από την θλίψη του μακροχρόνιου χωρισμού. Να μας δώσεις άδεια να επιστρέψουμε σώοι στην Τιμία Μονή Βατοπαιδίου που από καιρό μας έχει επιθυμήσει και αναμένει την επιστροφή μας, ως άλλοι νεοσσοί που ανατραφήκαμε σε αυτήν με την ελπίδα να τελειώσουμε εκεί την ζωή μας για τον Κύριο, και να μή στερηθούμε τους μακροχρόνιους αγώνες και τα έργα μας. Επίτρεψέ μας, ευσεβέστατε και φιλεύσπλαγχνε αυτοκράτορα, να τηρήσουμε τις μοναχικές μας υποσχέσεις στον Θεό εκεί, όπου τις δώσαμε ενώπιον του Χριστού και των φοβερών Αγγέλων Του κατά την ημέρα της κουράς μας».
Έχοντας στην σκέψη του τις οικονομικές δυσκολίες που περνούσε η Μονή της μετανοίας του συνεχίζει τελειώνοντας τον λόγο του: «Θυμήσου επίσης και την πτωχεία της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου, εξαιτίας της οποίας μας έστειλαν εδώ να εργαστούμε σκληρά και να υποστούμε δυστυχίες, όχι για τον εαυτό μας, επειδή δεν ήλθαμε εδώ από μόνοι μας -ας μην έχουμε μέσα μας αυτήν την διαβολική πλάνη-, αλλά επειδή μας έστειλαν οι αδελφοί μας και μας παρακάλεσαν να έλθουμε για τον Χριστό, γι’ αυτό και αναλάβαμε αυτό το έργο».
Θυμήθηκε όμως και την σκλαβωμένη στους Τούρκους πατρίδα του και προέτρεψε τον μεγάλο ηγεμόνα να κινηθεί για την απελευθέρωσή της. «Να μπορούσαμε και εμείς να απελευθερωθούμε διά σου από την υποδούλωση στους απίστους και να πάρουμε πίσω το βασίλειό μας… Έτσι και τώρα η Νέα Ρώμη, που θλίβεται πολύ από τους αθέους Αγαρηνούς, να ευδοκήσει Αυτός (ο Χριστός) να απελευθερωθεί μέσω του ευσεβούς κράτους της βασιλείας σου».
Ο μεγάλος ηγεμόνας με χαρά παρέλαβε το βιβλίο και τίμησε τους κοπιάσαντας, όχι μόνο με μεγάλους επαίνους, αλλά και με εξαιρετικές αμοιβές. Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1519, κατά το Χρονικό του Νίκωνος, αναχώρησαν για το Άγιον Όρος οι συνοδοί του αγίου Μαξίμου, αφού τους εφοδίασε με χρήματα, εικόνες και άλλα αναγκαία για τον πατριάρχη και το Άγιον Όρος. Στο εικονοφυλάκιο της Μονής Βατοπαιδίου σώζεται η εικόνα της Παναγίας που δώρισε ο μεγάλος ηγεμόνας στην Μονή.
Ο Μάξιμος κατέλαβε αξιοζήλευτη θέση στις κοινωνικές τάξεις της Μόσχας λόγω της μεγάλης μορφώσεως και συνέσεώς του. Πολλοί όμως τον φθονούσαν γι’ αυτόν τον λόγο. Ο μονάρχης έδειχνε ιδιαίτερη εύνοια στο πρόσωπό του. Ο μητροπολίτης Μόσχας, άνδρας μετρίας μορφώσεως, αλλά οσίας ζωής, τον τιμούσε, τον σεβόταν και αισθανόταν την ανάγκη να τον συμβουλεύεται σε ποικίλες περιστάσεις. Στην κοινή συνείδηση ο άγιος Μάξιμος υψώθηκε σε μοναδική αυθεντία, η οποία μπορούσε να δείχνει τα πρέποντα και τα ορθά στα πράγματα της Εκκλησίας και της Πολιτείας, και θεωρήθηκε μεγάλος μεταρρυθμιστής στην πολύ δυσάρεστη κατάσταση, στην οποία βρισκόταν η ρωσική κοινωνία.
Ο άγιος Μάξιμος, μετά την άρνηση του ηγεμόνα να επιστρέψει στο Βατοπαίδι, παρέμεινε στην Μόσχα, και αναγκάσθηκε να αναλάβει νέες εργασίες. Όπως αναφέραμε, ανέλαβε την συμπλήρωση της μεταφράσεως στην ερμηνεία των Πράξεων. Ήταν ερμηνείες διαφόρων ερμηνευτών, και ιδιαιτέρως του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, των οποίων η μετάφραση είχε σταματήσει στο 13ο κεφάλαιο. Ο άγιος Μάξιμος, αφού έκανε έλεγχο της μεταφράσεως, συμπλήρωσε το υπόλοιπο λαμβάνοντας υπόψη τις ερμηνείες του του Θεοφυλάκτου Αχρίδος. Το έργο το τελείωσε στις 17 Μαρτίου του 1521 με την βοήθεια του Βλασίου.
Το 1521 ο Μάξιμος αναλαμβάνει νέο μεταφραστικό και διορθωτικό έργο. Μεταφράζει στην σλαβονική τους αποστολικούς κανόνες και τους κανόνες των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων από το Σύνταγμα του Βλαστάρεως. Το 1524 με την συνεργασία του Σιλβανού τελειώνει την μετάφραση των ομιλιών του Ιωάννου Χρυσοστόμου στα Ευαγγέλια του Ματθαίου και Ιωάννη με την ευλογία του μητροπολίτη Δανιήλ, διαδόχου του Βαρλαάμ.
Στις μεταφράσεις του αγίου Μαξίμου ανήκουν και μικρότερης εκτάσεως έργα, όπως, Ο βίος της Θεομήτορος του Συμεών του Μεταφραστού, Λόγος περί θαύματος του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, Περί του αποστόλου Θωμά, Βίος του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, Ομιλία στον μάρτυρα Βαρλαάμ του Μεγάλου Βασιλείου, περικοπές από διάφορες προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης με τις ερμηνείες τους, τα κεφ. γ΄ και δ΄ του Β΄ Έσδρα, τις Οράσεις Δανιήλ γ΄ και η΄, τα περί της Σωσάννης και της Εσθήρ και άλλα. Ο ίδιος έγραψε δικές του ερμηνείες σε διάφορα κείμενα της Αγίας Γραφής και σε εκκλησιαστικές τελετές. Όπως αναφέρει ο ίδιος, διόρθωσε κατά διαταγή του μεγάλου ηγεμόνα και άλλα ιερά βιβλία, τα οποία είχαν διάφορες φθορές από τους αντιγραφείς, με την Χάρη του Χριστού και την συνεργία του Αγίου Πνεύματος. Κανένα διορθωτικό, μεταφραστικό ή ερμηνευτικό έργο δεν έκανε ο άγιος Μάξιμος με δική του πρωτοβουλία. Εκτελούσε πάντοτε διαταγές του μεγάλου ηγεμόνα, ο οποίος τον κράτησε στην Ρωσία γι’ αυτόν τον σκοπό.
Το κύρος του Αγιορείτη μοναχού ήταν πολύ μεγάλο. Ο μητροπολίτης Μόσχας Μακάριος αναφέρει για τον Μάξιμο ότι είναι ο πρώτος που εμφανίστηκε με εκπαίδευση επιστημονική και με πλούτο γνώσεων, όχι μόνο στις θεολογικές, αλλά και στις κοσμικές επιστήμες, που υπήρχαν τότε. Και συνεχίζει: «Μπορούμε να πούμε, ότι στο πρόσωπο του Μαξίμου για πρώτη φορά εισχώρησε σε μας η ευρωπαϊκή παιδεία… στο πηχτό σκοτάδι της αμάθειας και των προλήψεων που σκέπαζε την Ρωσία». Ο Podskalsky γράφει ότι «ο Μάξιμος πάντοτε υπερείχε της κοινωνίας της Μόσχας κατά την παιδεία και το φρόνημα». Τον θεωρούσαν ως τον μόνο κατάλληλο να εισηγείται το τί έπρεπε να γίνει σε οποιονδήποτε τομέα της καθημερινής ζωής. Οι μορφωμένοι συζητούσαν μαζί του επίκαιρα φιλολογικά θέματα, κατέφευγαν για την λύση των αποριών τους, ζητούσαν συμβουλές και οδηγίες στις δύσκολες περιπτώσεις ή όταν χρειάζονταν χειραγωγία σε περίπλοκα ζητήματα. Ήθελαν να ακούσουν την αμερόληπτη και αντικειμενική γνώμη και κρίση του για το περιεχόμενο των διαφόρων νέων βιβλίων, τα οποία του παρουσίαζαν.
Η πολυμάθεια και η μεγάλη κριτική ικανότητα, η ειλικρίνεια, η ευθύτητα, η ανιδιοτέλεια, το θερμό και γνήσιο ενδιαφέρον του για όλα τα πνευματικά και ηθικά θέματα, η απλότητα και το ταπεινό του φρόνημα προκαλούσαν συγκίνηση· η ολοκληρωμένη και αγία προσωπικότητά του γοήτευε και έγινε πόλος έλξης για πολλές από τις μετέπειτα ιστορικές προσωπικότητες της Ρωσίας. Ο σύγχρονος και συνεργάτης του αγίου Μαξίμου, ιεροδιάκονος Ησαΐας Kamechanin, στην Έγκυρη αφήγησή του γράφει για τον άγιο Μάξιμο ότι δεν υστερούσε καθόλου σε τίποτε από τους Τρεις Ιεράρχες και Διδασκάλους της Οικουμένης. Ο ίδιος ομολογεί ότι δεν υπήρξε άλλος άνθρωπος τόσο υψηλού επιπέδου σε εκείνη την εποχ. Ο Σέργιος Σελόνιν, που περιλαμβάνει τον Μάξιμο στον εγκωμιαστικό του λόγο περί των οσίων Ρώσων, τον ονομάζει «Νέο Θεολόγο».
Στα συγγράμματά του καθρεφτίζονται τα διάφορα ζητήματα, τα οποία απασχολούν και συγκινούν τους εκκλησιαστικούς και κοινωνικούς κύκλους της ρωσικής πρωτεύουσας. Σκέψεις, τάσεις, κατευθύνσεις και ανησυχίες των διαφόρων κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων αποτυπώνονται σε αυτά. Πάρα πολλά άρθρα που έχουν γραφεί από τον Μάξιμο μαρτυρούν για το ζωηρό ενδιαφέρον του για καθετί που εκείνη την εποχή απασχολούσε και τάραζε τον νου των ανθρώπων στην Μόσχα . Η ύλη των συγγραμμάτων του θεωρείται από τους Ρώσους ιστορικούς πολυτιμότατο ιστορικό μνημείο.
Mελετώντας τα έργα του αγίου Μαξίμου πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι δεν έγραψε ένα σύστημα θεολογίας όπου να φαίνεται ολιστικά η διδασκαλία του. Όμως αυτό είναι κοινό γνώρισμα στην Πατερική θεολογία, όπου επίσης δεν έχουμε σύστημα θεολογίας, όπως συμβαίνει στην Ρωμαιοκαθολική θεολογία με τον σχολαστικισμό. Ο άγιος Μάξιμος κινούμενος στην γραμμή της Πατερικής παραδόσεως απαντούσε στα προβλήματα και τις ανάγκες των πιστών της εποχής του. Η διδασκαλία του ήταν Πατερική, εμπειρική και σύμφωνη με τις ποιμαντικές ανάγκες που αντιμετώπιζε, αυτό δηλαδή που ονομάζουν ορισμένοι σήμερα συναφειακή θεολογία. Ο Μάξιμος είχε οικειοποιηθεί το πνεύμα των αγίων Πατέρων.
Δεν ανέπτυσσε διανοητική σχέση με τον Θεό, αλλά ζούσε την προσωπική κοινωνία του με τον Θεό, είχε αφομοιώσει την Χάρη του Θεού με όλο το είναι του. Κάθε φορά που το απαιτούσε η περίσταση κατέβαινε στο επίπεδο των ακροατών του, για να τον καταλαβαίνουν. Σίγουρα η εν Χριστώ εμπειρία του ήταν μεγάλη και θα μπορούσε κάλλιστα να αναπτύξει υψηλές θεολογικές δημιουργίες. Ποιός όμως θα τον καταλάβαινε; Ποιόν θα ωφελούσε; Εξάλλου ως γνήσιος Αγιορείτης ήξερε να κρύβεται, «νά μην γνωρίζει η αριστερά του τί ποιεί η δεξιά του». Η αυτομεμψία του ήταν μεγάλη και χαρακτηριστική. Ενώ θα μπορούσε και αυτός να καυχάται για τις γνώσεις του, για την πνευματική του κατάσταση, για την απέραντη υπομονή που έδειξε στις θλίψεις και στα παθήματά του, έλεγε με ταπείνωση ότι όλα τα υπομένει για τις αμαρτίες του.